28 Ιουνίου 2007

Πολλές, μικρές ενοχλητικές αλήθειες

Ξεκινώ με μιαν υποκλοπή από τον τίτλο της ταινίας του Αλ Γκορ, που αφού απέτυχε ως αντιπρόεδρος και υποψήφιος πρόεδρος των Δημοκρατικών, την είδε σκηνοθέτης, κινηματογραφικός παραγωγός, πράσινος. Η «Ενοχλητική αλήθεια» του πάντως, το ντοκιμαντέρ του που κάνει σουξέ ακόμη και στις πολιτικές και επιχειρηματικές ελίτ της Αμερικής, επιχειρεί να επικοινωνήσει τα απολύτως αυτονόητα για τον κοινό νου στο Δυτικό κόσμο: ότι η υπερανάπτυξη, η άπληστη κατανάλωση των ενεργειακών πόρων κάποια ζημιά πρέπει να προκαλεί στη γήινη ατμόσφαιρα, άρα και στο κλίμα.

Για να είμαι ειλικρινής, είμαι εξαιρετικά καχύποπτος απέναντι στα οικολογικά αυτονόητα και ιδιαίτερα στις δυνατότητες της ανθρώπινης δραστηριότητας να ανατρέψει δυνάμεις που την υπερβαίνουν, στα όρια του ηλιακού μας συστήματος κι ίσως και πέρα από αυτά. Στην πραγματικότητα ξέρουμε ελάχιστα για την ιστορία του γήινου κλίματος που προφανώς πέρασε από πολλές περιόδους υπερθέρμανσης και ψύχρανσης, πολύ πριν ο πρώτος άνθρωπος σκάσει απ’ το αυγό του. Αλλά, ακόμη κι αν υπάρχει υπερβολή στις ανησυχίες για τις ανθρώπινες επιδράσεις στο κλίμα, είμαι βέβαιος για την ικανότητα του ανθρώπινου είδους να αυτοκαταστραφεί. Να προκαλέσει, δηλαδή, εκείνες τις μεταβολές στο περιβάλλον του που θα του κάνουν το βίο αβίωτο.

Η αμοιβάδα

Δεν είμαι, βέβαια, οπαδός της οικολογίας βάθους, δηλαδή εκείνης της αντίληψης που καταλήγει στο συλλογισμό ότι το μόνο έμβιο ον που αξίζει να επιβιώσει στο γαλάζιο πλανήτη είναι η αμοιβάδα. Διότι τι είδους περιβάλλον θα υπάρχει αν συμβιώνουν μόνο το φυτοπλαγκτόν και οι αμοιβάδες; Και, εν πάση περιπτώσει, χεστήκαμε για το περιβάλλον αν δεν υπάρχουμε ως είδος. Ας ανησυχήσουν οι κατσαρίδες και οι μύκητες. Ωστόσο, κάπως πρέπει να αρχίσουμε να εξοικειωνόμαστε με τις πολλές άβολες αλήθειες που συνθέτουν τη μία που, στραμπουλιγμένα, με ισχυρές δόσεις αυτολογοκρισίας, προσπαθεί να ψελλίσει ο Αλ Γκορ κι αρκετοί άλλοι, πολύ ειλικρινέστεροι ακτιβιστές και επιστήμονες.

Ας αρχίσουμε από τα βασικά: εξακολουθούμε και ζούμε ως ληστές της φύσης από τότε που ο απώτατος πρόγονός μας σηκώθηκε στα δυο του πόδια. Ζούμε απ’ τη λεηλασία της φύσης είτε είμαστε μεγαλοεπενδυτές πετρελαϊκών εταιρειών, είτε απλώς γυρνάμε το κλειδί στη μίζα του αυτοκινήτου μας, είτε καίμε καυσόξυλα για να ζεσταθούμε στην αχανή, παγωμένη κινεζική ενδοχώρα, είτε χτίζουμε το αυθαίρετό μας σε μια περιοχή ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους που αξίζει την προσοχή και την προστασία μας. Στην Τουρλίδα για παράδειγμα. Οι δόσεις της αυθαιρεσίας, βεβαίως, παίζουν το ρόλο τους και επομένως δεν είμαστε όλοι εξίσου συνένοχοι. Αλλά ας μην παρηγορούμαστε στην βολική αυταπάτη ότι η δική μας μικρή, μικροαστική ζαβολιά δεν προκαλεί μιαν αντίστοιχη μικρή καταστροφή. Κι απ’ το άθροισμα των πολλών, εκατομμυρίων και δισεκατομμυρίων μικρών καταστροφών προέρχεται μια μεγάλη.

Λεηλασία

Δεν ξέρω πόσο το σηκώνει η προλεταριακή, μικροαστική, μεσαιοχωρίτικη (ή απλώς νεκρή) ταξική σας συνείδηση να συμπεριλαμβάνεστε στους συνενόχους του αποκρουστικού αθροίσματος. Το γεγονός είναι ότι κάθε τετραγωνικό καταπάτησης που προσθέτουμε στις ακτογραμμές των θαλασσών, των λιμνοθαλασσών και των λιμνών μας, αφαιρεί ζωτικό χώρο από τα στοιχεία και τα στοιχειά της φύσης. Και κάθε τετραγωνικό προσωπικής απόλαυσης που προσφέρει το real estate της αυθαιρεσίας, αφαιρεί δυνατότητες συλλογικής απόλαυσης. Το χειρότερο είναι ότι η επένδυση στην αυθαιρεσία και την καταπάτηση, αναπτυσσόμενη συχνά εν ονόματι της εξασφάλισης των βλαστών μας, παιδιών, εγγονιών και δισέγγονων, αφαιρεί ακριβώς απ’ αυτούς τη δυνατότητα της απόλαυσης. Οι μικροί αυθαίρετοι παράδεισοι, συσσωρευμένοι ο ένας δίπλα στον άλλο, μετατρέπουν το περιβάλλον σε μια οικιστική κόλαση, καταδικασμένη στην υποβάθμιση, περιβαλλοντική αλλά και οικονομική. Έτσι, η λεηλασία του συλλογικού πλούτου, μετατρέπεται σε ληστεία και του ατομικού, σ’ ένα είδος ληστρικής εκμετάλλευσης του εαυτού μας και των γόνων μας. Κι αυτό είναι μια αναπηρία της «λαϊκής» αυθαιρεσίας και της γενικευμένης μικρής ιδιοκτησίας. Όσο πιο δημοκρατική και λαϊκή γίνεται, τόσο αυτοαναιρείται. Η μεγάλη ιδιοκτησία έχει τη δυνατότητα αυτοπροστασίας από τις περιβαλλοντικές αναστατώσεις που συρρικνώνουν τα προνόμια ιδιωτικής απόλαυσης της φύσης. Μπορεί να ανέβει στην πιο ψηλή κορφή, να πάει στην πιο μακρινή παραλία, να υπερβεί τους πιο αυστηρούς περιορισμούς αδιαφορώντας για το κόστος, να επεκτείνει τα σύνορά της τόσο ώστε να απομακρύνει την ασχήμια και την υποβάθμιση. Η μικρή ιδιοκτησία, αντίθετα, όσο κατοχυρώνει την αυθαιρεσία της, τόσο συντείνει στην απαξίωσή της.

Πάρτε ένα παράδειγμα. Ας πούμε ότι είστε άνθρωπος των σπηλαίων, 50.000 χρόνια πριν την έναρξη της χριστιανικής χρονολόγησης. Κάνει ψοφόκρυο, εποχή παγετώνων γαρ, και με το κοινόβιό σας βρίσκετε ένα σπήλαιο να σας φιλοξενήσει. Έχει άπλετο χώρο και όγκο, κατάλληλες συνθήκες θερμοκρασίας και υγρασίας και εύκολη πρόσβαση. Είστε οι πρώτοι προνομιακοί απαλλοτριωτές του. Με τον καιρό, η φήμη του αυθαιρέτου σας ταξιδεύει. Το real estate του homo sapiens σας επιβάλει να επιτρέψετε και σ’ άλλα κοινόβια να εγκατασταθούν σε προνομιακές κοιλότητες του σπηλαίου σας, ενδεχομένως με το αζημίωτο. Οι δεκάδες γίνονται εκατοντάδες και σταδιακά, ο μικρός σας παράδεισος γίνεται μια αποπνικτική φυλακή. Κάτι σαν υπόγεια πολυκατοικία. Ο αέρας δεν φτάνει, το σπήλαιο μετατρέπεται σε κάτι μεταξύ χωματερής και βόθρου και η μικρή, αρχική αυθαιρεσία επιβίωσης εξελίσσεται σε πράξη αυτοεξόντωσης του είδους.

Homo Sapiens

Παραμένουμε homines sapientes, με ελάχιστη sapientia. Πενήντα χιλιάδες χρόνια μετά, δημιουργούμε μικρές οικιστικές χωματερές, αν και δεν έχουμε πια το άλλοθι της επιβίωσης. Μόνο το κίνητρο της απληστίας. Σας αρέσει η Τουρλίδα; Ε, σε καμιά εικοσαριά χρόνια θα σας είναι απεχθής. Σας άρεσε κάποτε ο Αστακός; Προφανώς δεν σας αρέσει το ίδιο πια. Σας αρέσει το Κάθισμα στη Λευκάδα; Όταν τα καταλύματα, οι μεζονέτες και τα ενοικιαζόμενα φτάσουν στα πενήντα μέτρα από το κύμα, σε μια ακολουθία του τύπου «μπετόν- ομπρέλα- θάλασσα», μάλλον θα προσβάλει πια την αισθητική σας. Σας αρέσουν το Δέλτα του Αχελώου, ο Λούρος, τα φλαμίνγκος, οι τουρλίδες; Αν δεν προστατευτούν από την οικιστική λεηλασία θα μετατραπούν αποπνικτικά ανθρωποστάσια.

Ενδεχομένως, το δέλεαρ της αυθαιρεσίας είναι ισχυρό. Πολύ περισσότερο που το νεοελληνικό κράτος, από κορυφής έως ονύχων (όπου όνυχες οι δήμοι και οι κοινότητες) είναι προϊόν νομιμοποίησης αλλεπάλληλων αυθαιρεσιών εις βάρος του δημοσίου πλούτου και της δημόσιας γης. Άλλοτε έναντι τέλους αυθαιρέτου, άλλοτε έναντι ψήφου και άλλοτε έναντι φορολογικών εσόδων για το κράτος και υπεραξιών για τους αυθαιρετούχους, που μεταλλάσσονται σε νομιμόφρονες ιδιοκτήτες.

ΞΕΧΩΡΙΣΤΟ – ΕΝΘΕΤΟ

Το ταξίδι της Λεπτομύτας

Εγώ ντόπιος δεν είμαι και ιδιοκτησία δεν έχω κάπου στη λιμνοθάλασσα και το γοητευτικό δέλτα του Αχελώου και του Ευήνου που εκτείνεται σε 500.000 στρέμματα. Δεν ξέρω αν οι ψαράδικες πελάδες, τα ξύλινα πασαλόσπιτα που στέκονται λίγα εκατοστά πάνω από το ρηχό νερό αντανακλώντας μαγευτικά τον όγκο τους πάνω στην στιλπνή και ήρεμη επιφάνειά του, αποτελούν απειλή γι’ αυτό τον μοναδικό βιότοπο. Μαθαίνω ότι οι αυθαιρετούχοι της Τουρλίδας ανησυχούν για τα δικαιώματα κατοχής και χρήσης των πελάδων, ότι ο επιθεωρητής δημόσιας διοίκησης και οι τοπικές αρχές και οι βουλευτές αφουγκράζονται με προσοχή την ανησυχία τους, ότι το Ευρωδικαστήριο διατηρεί μια απειλή παραπομπής, χωρίς να ακούει το επιχείρημα της ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής παράδοσης που εκπροσωπεί αυτός ο παλαιός λιμναίος οικισμός. Και η αλήθεια είναι ότι ο μέσος τουρίστας είναι δύσκολο να φανταστεί την περιοχή χωρίς τα λιτά, ξύλινα στολίδια της, που κάποτε ίσως αποτελούσαν υπόδειγμα ισορροπίας ανάμεσα στην ανθρώπινη επαγγελματική δραστηριότητα (των ψαράδων) και το οικοσύστημα της Τουρλίδας κι όλης της λιμνοθάλασσας.

Αλλά στο επιχείρημα, υπάρχει το αντεπιχείρημα. Η Τουρλίδα πήρε τα’ όνομά της από το ομώνυμο υδρόβιο πουλί που ενδημούσε στην περιοχή. Το λατινικό της όνομα, numenius arquata. Συγγενής της κι ένα από τα σπανιότερα είδη αποδημητικών, η Λεπτομύτα που αναπαράγεται στη Δυτική Σιβηρία και βγάζει το χειμώνα στο Μαρόκο, αφού κάνει μια σύντομη στάση στο Δέλτα του Εβρου και στο Δέλτα του Αχελώου. Οι ορνιθολόγοι υπολογίζουν ότι ο παγκόσμιος πληθυσμός τους δεν ξεπερνά τα 300 πουλιά. Τα άλλα τουρλιά είναι πολυπληθέστερα, αλλά για πόσο ακόμη. Προφανώς, οι παλιότεροι κάτοικοι της περιοχής γοητεύτηκαν από αυτό το φτερωτό πλάσμα, για ν’ αποφασίσουν να συνδεθούν για πάντα μαζί του, μέσω του τοπωνυμίου της περιοχής του. Και οπωσδήποτε δεν υπολόγιζαν την απειλούμενη εξαφάνισή του. Η τουρλίδα, λοιπόν, και τα άλλα πάνω από 250 είδη πουλιών που «λεηλατούν» μαζί με τον «μέγα απαλλοτριωτή» την περιοχή, είναι συνιστώσα της φυσιογνωμίας και της ιδιαιτερότητάς της. Εχει ίδια δικαιώματα στην επιβίωση και τις μικρές απολαύσεις της στη λάσπη και τα σκουλήκια της λιμνοθάλασσας με τους δίποδους εποίκους της. Οχι γιατί το λένε οι ευρωκράτες, αλλά γιατί γνωρίζουμε πια ότι η ύπαρξή της είναι κομμάτι μιας υπερευαίσθητης ισορροπίας που στηρίζει και την ύπαρξή μας. Κρεμόμαστε κυριολεκτικά από τη μύτη της Λεπτομύτας.

Φυσιοδίφης δεν είμαι, αλλά αντιλαμβάνομαι ότι το νησάκι που σήμερα έχει μετατραπεί σ’ έναν πυκνοκατοικημένο οικισμό, κάποτε ήταν ενδιαίτημα της Τουρλίδας και «σταθμός ανεφοδιασμού» της Λεπτομύτας στο μακρύ ταξίδι της από τη Σιβηρία μέχρι το Μαρόκο. Ισως κάποτε, πριν πενήντα-εκατό χρόνια, τα μικρά ψαράδικα ξυλόσπιτα να μην την ενοχλούσαν. Τώρα, είναι αντιμέτωπη με τα φώτα, τις ηλεκτρογεννήτριες, τα δίκτυα ύδρευσης, τις τηλεοπτικές κεραίες, τους προβλήτες με τα ταχύπλοα και όλα τα αξεσουάρ των μικρών παραθεριστικών απολαύσεων των εποίκων που δεν είναι φυσικά πια ψαράδες.

Θα μου πείτε: απαλλοτριωτές της φύσης αυτοί, απαλλοτριώτρια και η Λεπτομύτας, έστω και περαστική.


Δεν υπάρχουν σχόλια: