25 Ιανουαρίου 2007

Ενας Προκρούστης στην Ιονία Οδό

Το ταξίδι είναι η απόλυτη νεύρωση της εποχής μας. Οι άνθρωποι μετακινούνται. Μετακινούνται διαρκώς. Φεύγουν απ’ το σπίτι για να πάνε στη δουλειά- μικρό, καθημερινό ταξίδι διάρκειας μισής έως μιας ώρας στη μεγαλούπολη (για σας τους Ξηρομερίτες υποθέτω ότι δεν ξεπερνά τα είκοσι λεπτά). Φεύγουν από το σπίτι το Σαββατοκύριακο για να πάνε στο εξοχικό ή στο χωριό τους. Φεύγουν απ’ την πόλη τους ή απ’ τη χώρα για να πάνε διακοπές. Φεύγουν από την πατρίδα τους, κάπου στην Ασία ή την Αφρική για να πάνε στη Γη της Επαγγελίας, στην Ελλάδα, στη Γερμανία, στη Βρετανία. Αν φανταστούμε τη Γη σαν ένα ανθρώπινο σώμα, οι μετακινήσεις του πληθυσμού θυμίζουν την ακατάπαυστη ροή του αίματος στις φλέβες και τις αρτηρίες. Αν σταματήσει η κίνηση, έρχεται το τέλος. Ετσι είναι τα πράγματα εδώ και πολλές χιλιετίες, αλλά τώρα πια το ταξίδι δεν είναι απλά η βιοτική ανάγκη της αναζήτησης πόρων ζωής, αλλά σχεδόν μια ανάγκη για τη βεβαιότητα της ύπαρξης. Ταξιδεύω, άρα υπάρχω.

Αυτή η εξίσωση, βεβαίως, τίθεται υπό αίρεση όταν το ταξίδι, μικρό ή μεγάλο, δεν έχει σημασία, περιλαμβάνει εμπόδια. Ξέρετε, άλλωστε, τι έκανε ο Προκρούστης στους ταξιδιώτες της Ιεράς Οδού. Αυτό το είδος αιματηρών διοδίων που επέβαλαν οι ληστές της μυθολογικής Αθήνας στους ταξιδιώτες προς Ελευσίνα, έδινε τουλάχιστον σε κάποιους τη δυνατότητα να τη γλιτώσουν. Η ληστεία τώρα επιβάλλεται με την καθολικότητα και την επισημότητα της κρατικής βούλας, που δεν επιδέχεται εξαιρέσεις και χάρες. Συμβαίνει εδώ και δεκαετίες, βεβαίως, αλλά μέχρι σήμερα είχαμε την ψευδαίσθηση ότι, μέσω των διοδίων, είμαστε χρήστες και συγχρηματοδότες ενός κατά τα λοιπά δημοσίου αγαθού όπως είναι η εθνική οδός. Κατά κάποιο τρόπο αισθανόμαστε και συνιδιοκτήτες της. Απ’ αυτή την τριπλή σχέση μας με την «Εθνική Οδό», καλούμαστε να ξεχάσουμε την τρίτη συνιστώσα της: την συνιδιοκτησία. Η μικρή ψευδαίσθηση που μας επέτρεπε το κράτος-συλλογικός καπιταλιστής, έστω και για να χρυσώσει το χάπι της κατασπατάλησης δημοσίων πόρων σε έργα αμφίβολης έως φρικτής ποιότητας, γίνεται παρελθόν με την λεγόμενη «Συγχρηματοδότηση Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα». Βρήκαμε και μια κομψή, εύληπτη συντομογραφία. ΣΔΙΤ. Δεν ακούγεται πολύ όμορφη; ΣΔΙΤ! Σαν χαλκόμυγα που πετάει πάνω σε μια καβαλίνα αλόγου. Ή αγελάδας.

Καλομελέτα κι έρχεται. Η αλογόμυγα σας επισκέπτεται οσονούπω. Θα διασχίσει σαν υπερηχητικό τους κάμπους, τα βουνά και τις ακτές σας και θα σκάσει κάπου στην Ηγουμενίτσα για να δεχθεί σαν μια μεγάλη αγκαλιά τις ορδές των Ευρωπαίων ταξιδιωτών και τα κονβόι από φορτηγά και νταλίκες που θα φέρνουν τα αγαθά της παγκόσμιας αγοράς στα ακόρεστα στομάχια μας. Θα έχει και ένα αρχαιοπρεπές όνομα: ΙΟΝΙΑ ΟΔΟΣ. Προσέξτε οι Ιωνες, πρόσφυγες του Αγρινίου, δεν είναι με Ωμέγα, είναι με Ομικρον.

Το ανήγγειλε με στόμφο ο Θεσσαλός υπουργός ΠΕΧΩΔΕ, ο ίδιος που θέλει να μεταφέρει τον Αχελώο σας στα μέρη του, κι ακούστηκε σαν έξοδος του Μεσολογγίου. Βεβαίως, κάποτε έπρεπε ν’ απαλλαγεί η Δυτική Ελλάδα από την καρμανιόλα που σήμερα αποτελεί τον μοναδικό οδικό της άξονα προς τη Δύση. Αλλά, γιατί ΣΔΙΤ κι αλογόμυγες;

Το τι εστί ΣΔΙΤ θα σας το πω με μια μαρτυρία από το εμβληματικό έργο του τύπου αυτού στην Αθήνα, την Αττική Οδό. Προ δύο-τριών ετών, καθημερινός χρήστης της Αττικής Οδού αναγκαστικά, περίμενα στα διόδια να πληρώσω τον ακριβό οβολό της ταχύτητας. Νεαρή γυναίκα, μ’ ένα μικρό σακ βουαγιάζ στο χέρι αποπειράται να περάσει με τα πόδια τα διόδια, προφανώς γιατί έχει ραντεβού λίγα μέτρα παρακάτω με διερχόμενο αυτοκίνητο. Πανικόβλητοι υπάλληλοι των διοδίων, βγαίνουν από τα γκισέ τους για να την εμποδίσουν, γιατί απαγορεύεται η διέλευση πεζών. Όχι μόνον για λόγους ασφαλείας, αλλά γιατί δεν έχει προβλεφθεί τίμημα διέλευσης για έναν πεζό. Γιατί η Αττική Οδός είναι μια ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΟΔΟΣ. Και γιατί κάθε οδικό έργο που κατασκευάζεται με τη μέθοδο ΣΔΙΤ – ξουτ παλιόμυγα!- είναι ένα ιδιωτικό έργο, μια εκχώρηση στον ιδιώτη για 30-40 χρόνια ενός μέρους της ελληνικής επικράτειας. Μπορεί να προσφέρει ταχύτητα, ασφάλεια, ποιότητα ταξιδιού (αν και εφόσον κατασκευαστεί μ’ αυτές τις προδιαγραφές), αλλά παραμένει μια περίκλειστη, ιδιωτική οδός, απροσπέλαστη για όποιον δεν καταβάλει το αντίτιμο των διοδίων. Ακόμη κι αν θέλει να περάσει πεζός ή με το γάιδαρό του.

Αυτή η μορφή εκχώρησης του δημοσίου χώρου, περνά στα ψιλά, σαν μια ασήμαντη, μόνον συμβολική πράξη, αλλά δεν είναι. Το ιδιωτικό δεν εισβάλει πια απλώς στην κακομεταχειρισμένη κρατική ιδιοκτησία- που ούτως η άλλως έχει αποκτήσει πλέον της κερδοσκοπικές δεξιότητες του ιδιώτη- αλλά καταλαμβάνει ένα χώρο κοινόχρηστο, κοινό τοις πάσι, πέρα και πάνω από την ιδιοκτησία. Ο δρόμος, η θάλασσα, ο εναέριος χώρος που μέχρι σήμερα ήταν αμεταβίβαστος, οικοπεδοποιείται ανεπαίσθητα για ένα διάστημα πολύ σημαντικό για τα όρια του ανθρώπινου βίου. Τι είναι μια ανθρώπινη ζωή πιά; Μιάμιση σύμβαση ΣΔΙΤ, αν υποθέσουμε ότι μία σύμβαση διαρκεί κατά μέσο όρο 40 – 50 χρόνια. Κι αν δούμε το πράγμα στην πιο απόλυτη διάστασή του, της πλήρους ιδιωτικής χρηματοδότησης, όπως στην περίπτωση της Γέφυρας, τότε εκεί η σύμβαση υπερβαίνει και τα όρια του ανθρώπινου μέσου όρου ζωής. Όπως λέει και το ανέκδοτο «τα πρώτα εκατό χρόνια είναι δύσκολα..» Μετά όλα κυλάνε ρολόι. Η Γέφυρα θα ανήκει σε όλους. Τζάμπα. Θα μου πείτε: εν τω μεταξύ μπορεί η γέφυρα μπορεί να τα ‘χει φτύσει… Εδώ θα τα έχουν φτύσει τρεις γενιές ανθρώπων, για τη Γέφυρα θα στεναχωρηθούμε;

Κάπως έτσι θα κυλήσουν τα πράγματα και με την ιδιωτική Ιονία Οδό. Κομμένη σε τεύχη, μετρημένη σε χιλιόμετρα, όπως η πίτσα με το μέτρο. Με ΣΔΙΤ. Τα γεωγραφικά, διοικητικά σύνορα δεν έχουν πια και τόση σημασία. Αντί για τις πινακίδες «ο νομός Αιτωλοακαρνανίας σας καλωσορίζει», φανταστείτε σημάνσεις όπως: «Καλωσήρθατε στο κρατίδιο του Ακτορα» ή «Η Μηχανική σας καλωσορίζει στα 35 της χιλιόμετρα».

Η υπόθεση της συγχρηματοδότησης εμφανίζεται ως ο μονόδρομος του εκσυγχρονισμού που δεν έγινε εδώ και τέσσερις δεκαετίες γιατί τα λεφτά φαγώθηκαν αλλού. Αντί να μας τα επιστρέψουν, μας ζητούν κι άλλα. Τα ΣΔΙΤ είναι μια φτωχομπινεδιάρικη λεόντειος εταιρεία που θυμίζει την πλάκα των εφηβικών μας χρόνων, όταν δεν υπήρχε σάλιο: «Βάζω τα σπίρτα, βάζεις τα τσιγάρα;». Το επιχείρημα ότι είναι αποτελεσματική μέθοδος χρηματοδότησης κάμπτεται από το παράδειγμα της Γερμανίας και πολλών κεντροευρωπαϊκών χωρών που παρέχουν ασφαλείς οδικές μεταφορές με κρατική χρηματοδότηση.

Και δεν συζητούμε για το κόστος. Με τους πιο μέτριους υπολογισμούς, το ταξίδι Αθήνα – Αγρίνιο που κάνω δυο-τρεις φορές το χρόνο θα κοστίζει γύρω στα 30 ευρώ, δηλαδή ένα ευρώ τα δέκα χιλιόμετρα. Αν υπολογίσεις και το κόστος του καυσίμου, θα χρειάζονται τέσσερα μεροκάματα για ένα πήγαινε-έλα. Κανονικό κρεβάτι του Προκρούστη. Ένα κόστος ανεκτό για τον περίφημο μεσαίο χώρο, την ψηφοθηρική κολυμβήθρα του Σιλωάμ για τα δύο μεγάλα κόμματα, αλλά δυσβάσταχτο για τους λοιπούς αναξιοπαθούντες που, προφανώς, καταδικάζονται στην ακινησία, στον κατ’ οίκον περιορισμό. Και απαλλάσσονται από τη νεύρωση του ταξιδιού. Κάτι είναι κι αυτό.

Αλλά, ξέχασα. Μέχρι να κατασκευαστεί η Ιονία Οδός, θα έχει ολοκληρωθεί και το πενταετές πρόγραμμα Αλογοσκούφη κατά της φτώχειας. Φαντάζομαι ότι θα προβλέπει και εκπτώσεις στα διόδια των ιδιωτικών εθνικών οδών. ‘Η μηπως πρέπει να υπολογίζουμε μόνο στην γενναιοδωρία των ιδιοκτητών τους;

ΚΙΜΠΙ

Kibi2g@yahoo.gr

ΑΓΟΡΑΙΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ

Οι εθνοπατέρες της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, «λουφαδόροι» από τα υπαρκτά προβλήματα της πλειονότητας του κόσμου αλλά και από την ίδια τη ζωή, αποφάσισαν να αναθεωρήσουν βασικά άρθρα του καταστατικού χάρτη της χώρας, δίνοντας έτσι το στίγμα της κοινωνικής και πολιτικής συγκυρίας που δεν είναι τίποτε άλλο παρά η λεηλασία των τελευταίων ψηγμάτων των εργατικών δικαιωμάτων, η κατάργηση κάθε έννοιας δημοσίου, η καταπάτηση και η τσιμεντοποίηση των τελευταίων ελεύθερων χώρων και των δασών.

Εκτός από το περίφημο άρθρο 16 που αποτελεί την κορωνίδα της συνταγματικής αναθεώρησης αλλά συγχρόνως και το κόκκινο πανί για την κοινωνία, κάτι που αναλύεται στις μέσα σελίδες της ΡΩΓΜΗΣ, υπάρχουν και άλλες επικείμενες αλλαγές που σηματοδοτούν σοβαρές εξελίξεις στον κοινωνικό και εργασιακό μας βίο.

Η αρχή της «αειφορίας» των κερδών των επιχειρήσεων, που είναι το νέο πολιτικό και οικονομικό φετίχ της εποχής μας σχεδόν σε όλο τον πλανήτη, δεν θα μπορούσε να λείψει από την επικείμενη αναθεώρηση. Έτσι, με την αναθεώρηση του άρθρου 22 που καθιέρωνε την εργασία ως καθολικό δικαίωμα με παράλληλη υποχρέωση της πολιτείας να δημιουργεί συνθήκες πλήρους απασχόλησης όλων των πολιτών, έρχεται τώρα η κυβέρνηση να αντικαταστήσει τα μιαρά και ενοχλητικά αυτά λόγια με πιο σύγχρονες και πολιτικά ορθές φράσεις όπως ότι η πολιτεία απλώς οφείλει να μεριμνά για την εμπέδωση της κοινωνικής συνοχής. Βέβαια όλοι γνωρίζουμε ότι το άρθρο 22 δεν εφαρμόστηκε ποτέ στην πράξη και ότι το αναθεωρημένο Σύνταγμα δεν θα είναι τίποτε παραπάνω παρά η θεσμική και νομική αποτύπωση όσων συμβαίνουν σήμερα: κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, κατακερματισμός των εργασιακών δικαιωμάτων μας με τις οδηγίες Μπόλκενσταϊν, με την ανασφάλιστη εργασία, με άλλα λόγια «ζωή με το κομμάτι δηλαδή». Το αντιδραστικό παζλ των αναθεωρήσεων έρχεται να συμπληρωθεί με την κατάργηση της μονιμότητας των νέων δημοσίων υπαλλήλων, που επεκτείνει την εργασιακή ζούγκλα η οποία επικρατεί στον ιδιωτικό τομέα τώρα πια και στον δημόσιο και καθιστά το “ο σώζων εαυτόν σωθήτω” σαν το μότο της εποχής μας.

Τέλος, για μη νομίζετε ότι οι άνθρωποι ασχολούνται μόνο με τα της εργασίας μας και για να δικαιώσουν τον Μαρξ που έλεγε ότι η εκμετάλλευση από την αστική τάξη δεν περιορίζεται μόνο στην υφαρπαγή υπεραξίας από τους εργαζόμενους, που είναι η ζωντανή, η οργανική δύναμη, αλλά επεκτείνεται και στο περιβάλλον, στην ανόργανη δηλαδή δύναμη, έρχονται να αναθεωρήσουν και το άρθρο 24 του Συντάγματος, επεκτείνοντας με αυτό τον τρόπο τη δράση του κεφαλαίου και των ιδιωτών στην εκμετάλλευση των δασών και βάζοντας ταφόπλακα στους τελευταίους ελεύθερους χώρους πρασίνου.

Το ερώτημα που τίθεται λοιπόν αβίαστα είναι πότε θα αποφασίσουμε εμείς οι πολλοί να αναθεωρήσουμε τη στάση ζωής μας προτάσσοντας σε όλους αυτούς τους φιλόδοξους «μεταρρυθμιστές» που κάνουν πολιτικό και όχι μόνο παιχνίδι στις πλάτες μας, το δικό μας Σύνταγμα για τις δικές υπαρκτές ανάγκες, για τη δικιά μας ζωή.

Δημόσιο Πανεπιστήμιο Α.Ε.




Πάλι χάνεται το δάσος της εκπαίδευσης

του Xάρη Tαμπάκη

chtabakis@sch.gr

Καταντά πλέον εθιμική η προχειρότητα με την οποία αντιμετωπίζονται τα ζητήματα της εκπαίδευσης σ’ αυτόν τον τόπο. Ο λόγος για την προδιαγραφόμενη τροποποίηση του άρθρου 16 του Συντάγματος, το οποίο αφορά στα θέματα της παιδείας, της τέχνης και της επιστήμης.

Χωρίς απαραίτητα να ανήκω σε εκείνους που μάχονται υπέρ της διατήρησης του άρθρου ως έχει, θεωρώ κοροϊδία το γεγονός ότι το θέμα αυτό τίθεται με όρους αγοραίους: η ίδρυση μη κρατικών Πανεπιστημίων από τη μια παρουσιάζεται ως ζήτημα ελεύθερης επιλογής και από την άλλη ως πυροδότης των ανταγωνιστικών αντανακλαστικών που υποτίθεται ότι διαθέτουν εν υπνώσει τα κρατικά Α.Ε.Ι. Επειδή όμως η ελεύθερη επιλογή (ακόμη και ιδιωτικού) Πανεπιστημίου ήδη προσφέρεται ―γι’ αυτό άλλωστε δεν φτιάξαμε την ενιαία αγορά και την παγκοσμιοποίηση;― και τα ανταγωνιστικά αντανακλαστικά των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου ―που τέτοιας λογής είναι τα ελληνικά Πανεπιστήμια― ακόμη αναζητούνται, υποθέτω ότι η επιλογή της Κυβέρνησης να προωθήσει μάνι-μάνι και χωρίς πολλά-πολλά την τροποποίηση του άρθρου 16, υπαγορεύεται από λόγους που δεν αφορούν και τόσο την εκπαίδευση των Νεοελλήνων.

Περισσότερο πιθανό θεωρώ να προκύπτει από επιβεβλημένα συμφέροντα οικονομικών ομίλων ή από πιέσεις που ασκούνται μέσω κύκλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και γίνομαι έτσι κακεντρεχής διότι οποιαδήποτε τέτοια τροποποίηση, εάν είχε αυτοτελή σκοπό τη βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης, θα συνόδευε την εξαγγελία κάποιας διαδικασίας προκειμένου εντός χρονοδιαγράμματος να συγκεκριμενοποιηθούν προτάσεις για την ενίσχυση του κύρους και της προσφοράς των ελληνικών Πανεπιστημίων σε διεθνές επίπεδο. Κάτι τέτοιο όμως δεν διαφαίνεται. Τι απέδωσε τάχα ο περίφημος «Εθνικός Διάλογος για την Παιδεία»; Εν ύδατι οπές;

Κι όμως, το μεγάλο πρόβλημα του ελληνικού Πανεπιστημίου έγκειται ακριβώς στο γεγονός ότι λειτουργεί περισσότερο ως χώρος πιστοποίησης ή επαγγελματικής κατάρτισης και λιγότερο ―ή και καθόλου― ως ερευνητικός φορέας. Η ποιότητα ωστόσο ενός ακαδημαϊκού ιδρύματος σε διεθνές επίπεδο κρίνεται κυρίως από αυτό το τελευταίο χαρακτηριστικό. Αναρωτιέμαι ποιος ιδιωτικός ακαδημαϊκός φορέας ―και μάλιστα μη κερδοσκοπικός― θα μπορούσε να αποδώσει ερευνητικό έργο διεθνούς εμβέλειας στη χώρα μας; Μάλλον κανείς. Ποια είναι λοιπόν η επαγγελλόμενη αναβάθμιση που πρόκειται να επιφέρει η ίδρυση σχολών από ιδιωτικούς φορείς; Αδυνατώ να διακρίνω.

Εκείνο που μου φαίνεται περισσότερο ορατό είναι η αναγνώριση από το κράτος των πανεπιστημιακών παραρτημάτων που ήδη λειτουργούν, μοιράζοντας τα χρόνια φοίτησης έτσι ώστε εντέλει να χρειαστεί ο φοιτητής να μεταβεί προσκυνητής και στην αλλοδαπή έδρα του Πανεπιστημίου προκειμένου να αποκτήσει το ακριβοπληρωμένο πτυχίο του. Τέτοιας λογής παραρτήματα λειτουργούν στη χώρα μας από χρόνια, σε όλα τα καλά και μη κερδοσκοπικά Ινστιτούτα των Μεγάλων Δυνάμεων, το καθ’ αυτά νόμιμο και ισότιμο πτυχίο που απονέμουν όμως δεν τυγχάνει αναγνώρισης στην ημεδαπή… Ο δρόμος λοιπόν θα στρωθεί οσονούπω και τα συμφέροντά τους θα εξυπηρετηθούν. Από εκεί και ύστερα;

Φοβάμαι ότι το κρατικό Πανεπιστήμιο δεν θα μπορέσει να αλλάξει και πολλά πράγματα στη λειτουργία του, τόσο εξαιτίας των αγκυλώσεων που προκαλούνται από την κακοδαιμονία της γραφειοκρατίας που μαστίζει γενικότερα το ελληνικό Δημόσιο αλλά και εξαιτίας της ελλιπούς χρηματοδότησης. Ας μην ξεχνάμε δε ότι ήδη εκκρεμεί το ζήτημα της αναβάθμισης των Α.Τ.Ε.Ι. και η αντιμετώπισή τους ως ισότιμων ιδρυμάτων. Πώς να γίνει η όποια αναβάθμιση χωρίς γενναία αύξηση των κονδυλίων για την εκπαίδευση; Αντί γι’ αυτό βέβαια, όσο κι αν ο ευτραφής Πρωθυπουργός μοιράζει υπολογιστές, το έργο που τελευταία παρακολουθούμε από τη Νέα Δημοκρατία έχει να κάνει με τη διαρκή συρρίκνωσή τους…

Το γενικότερο συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει κανείς είναι ότι, ενώ το εκπαιδευτικό μας σύστημα έχει καταστεί εδώ και είκοσι περίπου χρόνια αντιπαραγωγικό και αναχρονιστικό, οι ηγεσίες των κομμάτων εξουσίας αδιαφορούν να προσφέρουν τις απαραίτητες λύσεις, διαιωνίζοντας τον φαύλο κύκλο της εκπαίδευσης. Προχωρούν με μπαλώματα και ευκαιριακές ρυθμίσεις, οι οποίες εντείνουν τη γενικότερη εντύπωση της ρακοφόρου εκπαίδευσης. Η πεποίθηση αυτή ενισχύεται εσχάτως και από τη σχετική διαφημιστική μπροσούρα που δημοσίευσε στον Τύπο το Πα.Σο.Κ., με τη φωτογραφία του Προέδρου του να δεσπόζει πάνω από 15 παχυλές υποσχέσεις, ατάκτως ερριμμένες.

Κι εμείς, ως άλλοι Αλεξανδρινοί…

για τη Ρωγμή, 15-01-2007


Νίκος Τεμπονέρας


Γενάρης τότε όπως και τώρα, κυβέρνηση ΝΔ τότε όπως και σήμερα, η παιδεία στους δρόμους και τότε και σήμερα. Ο Κ. Μητσοτάκης βρίσκεται στην πρωθυπουργία της χώρας έχοντας έτσι πραγματοποιήσει ένα απ’ τα δυο του μεγάλα όνειρα (το άλλο βρίσκεται ακόμα στο στάδιο της εκκόλαψης). Υπουργός παιδείας της κυβέρνησης Μητσοτάκη, ο σημερινός βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Β. Κοντογιαννόπουλος. Στο διεθνές σκηνικό, όπως και σήμερα έτσι και τότε, ήταν το Ιράκ, καθώς βρισκόμαστε λίγο πριν την Καταιγίδα της Ερήμου και με τον Σαντάμ ζωντανό. Βρισκόμαστε ακόμη λίγους μήνες μετά την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ και την κυβέρνηση συνεργασίας, γνωστότερη και ως κυβέρνηση της ντροπής. Ο κόσμος μοιάζει να τα ’χει χαμένα. Αυτό το στοιχείο, καθώς και τον αιφνιδιασμό, αποπειράθηκε ο Κοντογιαννόπουλος να εκμεταλλευτεί. Ο Υπουργός Παιδείας στα τέλη Αυγούστου του ’90 εξαγγέλλει πολυνομοσχέδιο που προέβλεπε μέτρα και αλλαγές στο σύνολο της παιδείας μεταξύ των οποίων: μείωση αργιών, κατάργηση αδικαιολόγητων απουσιών, γραπτές εξετάσεις στα γυμνάσια και στις δυο τελευταίες τάξεις του δημοτικού, επιστροφή της αριθμητικής βαθμολογίας στο δημοτικό, πόιντ ελέγχου της συμπεριφοράς των μαθητών στο σχολείο, κατάργηση των μαθητικών γενικών συνελεύσεων του σχολείου και απονεύρωση των μαθητικών κοινοτήτων, επιβολή ομοιόμορφης εμφάνισης-ποδιάς, έπαρση σημαίας, υποχρεωτικός εκκλησιασμός, αξιολόγηση εκπαιδευτικών, κατάργηση επετηρίδας και πρόσληψη εκπαιδευτικών κατόπιν συνέντευξης κ.α. Στο στόχαστρο του πολυνομοσχεδίου και η τριτοβάθμια εκπαίδευση για την οποία προβλέπονται: κατάργηση των δωρεάν συγγραμμάτων, εντατικοποίηση, περικοπή φοιτητικής συμμετοχής στα όργανα συνδιοίκησης των ΑΕΙ και κατάργηση του πανεπιστημιακού ασύλου. Τώρα αν πολλά απ’ αυτά σας φέρνουν κάτι απ’ την επικείμενη αναθεώρηση του άρθρου 16, πρόκειται απλώς για μια διαβολική σύμπτωση. Η αντίδραση της εκπαιδευτικής κοινότητας ήταν άμεση. Οι καταλήψεις στα Πανεπιστήμια, μετά από μαζικότατες γενικές συνελεύσεις, άρχισαν στα μέσα του Νοέμβρη και ήδη στις αρχές του Δεκέμβρη τα πιο πολλά ΑΕΙ και ΤΕΙ της χώρας τελούσαν υπό κατάληψη με στόχο την απόσυρση του αντιδραστικού πολυνομοσχέδιου του Κοντογιαννόπουλου. Τότε ήταν που μπήκαν στο χορό και τα σχολεία. Σαν χιονοστιβάδα ο αριθμός των κατειλημμένων σχολείων αυξάνει μέρα με τη μέρα ξεπερνώντας το ψυχολογικό όριο των 2000. Πανικόβλητη η κυβέρνηση φέρεται αποφασισμένη να κλείσει το μέτωπο των σχολείων με κάθε τρόπο. Δίνονται οδηγίες στους διευθυντές για σπάσιμο αλυσίδων και λουκέτων, για απειλή των μαθητών με απουσίες και για συστάσεις προς τους γονείς των μαθητών να μαζέψουν τα «παλιόπαιδα», επιστρατεύονται σώματα «αγανακτισμένων» πολιτών και γονέων, συκοφαντούνται οι καταλήψεις κάνοντας λόγο για όργια και ναρκωτικά αλλά φευ. Τώρα αν όλα αυτά πάλι σας θυμίζουν κάτι απ’ τις πρόσφατες μαθητικές καταλήψεις και σας φέρνουν κάτι απ’ την Αμάρυνθο, πάλι πρόκειται για σύμπτωση. Οι διακοπές των Χριστουγέννων προς μεγάλη απογοήτευση της κυβέρνησης δεν εκτονώνουν την κατάσταση και τότε είναι που αναλαμβάνει δράση το παρακράτος της δεξιάς. Εκείνη την περίοδο στην Πάτρα η ανεργία καλπάζει, καθώς μεγάλες βιομηχανικές μονάδες που απασχολούν εκατοντάδες εργαζομένους, μεταξύ των οποίων και η Πειραϊκή- Πατραϊκή, έχουν κλείσει ή ετοιμάζονται να κλείσουν πετώντας στο δρόμο και βυθίζοντας στην ανασφάλεια χιλιάδες ανθρώπους μαζί με τις οικογένειές τους. Διορισμένος νομάρχης Αχαΐας την ίδια περίοδο κάποιος Τάγαρης ο οποίος διαμηνύει σ’ όλους τους τόνους και προς όλες τις κατευθύνσεις πως «οι πολίτες της Πάτρας θα σπάσουν τις καταλήψεις». Έτσι, κινητοποιεί ομάδες τραμπούκων της ΟΝΝΕΔ, τους Κένταυρους και τους Ρέιντζερς, που φτιάχτηκαν σαν ομάδες κρούσης της ΟΝΝΕΔ επί προεδρίας Μειμαράκη και Βουλγαράκη, με στόχο την ανακατάληψη των σχολείων της Πάτρας από τα χέρια των μαθητών. Επικεφαλείς τους είναι ο δημοτικός σύμβουλος και πρόεδρος της ΟΝΝΕΔ Πάτρας Γιάννης Καλαμπόκας και τα γνωστά στελέχη της ΝΔ και της ΟΝΝΕΔ στην Πάτρα, Μαραγκός και Σπίνος, καθώς και πολλοί άλλοι. Απευθυνόμενοι στους καθηγητές, που υποστηρίζουν και περιφρουρούν τις καταλήψεις, κάνουν αφισοκολλήσεις σ’ όλη την Πάτρα προτρέποντάς τους για «λιγότερα λόγια και περισσότερη δουλειά». Ήδη απ’ τις 7 του Γενάρη σ’ αρκετά σχολικά συγκροτήματα της Πάτρας σημειώνονται τα πρώτα επεισόδια μεταξύ μαθητών-καθηγητών-φοιτητών απ’ τη μια και των γνωστών τραμπούκων από την άλλη. Στις 8 του Γενάρη το απόγευμα ξεκινούν ν’ ανακαταλάβουν όσα περισσότερα σχολεία γίνεται: να εκδιωχθούν οι μαθητές και να παραδοθούν τα σχολεία στους διευθυντές. Αφού περνούν από διάφορα σχολεία προκαλώντας επεισόδια με τις ομάδες περιφρούρησης, αργά το βράδυ φθάνουν αποφασισμένοι στο 3ο Λύκειο Πάτρας το οποίο περιφρουρείται από μαθητές, καθηγητές και φοιτητές. Επιτίθενται με λύσσα κρατώντας ρόπαλα, καρέκλες, αλυσίδες και λοστούς εναντίον των ομάδων περιφρούρησης. Ο καθηγητής μαθηματικών Νίκος Τεμπονέρας 37 ετών, μέλος του ΕΑΜ (Εργατικό Αντιμπεριαλιστικό Μέτωπο), ομάδας που είχε αποσχιστεί απ’ το ΚΚΕ, στην προσπάθειά του να υπερασπισθεί τους καταληψίες μαθητές πέφτει κλινικά νεκρός μετά από δολοφονικό χτύπημα που δέχθηκε και μεταφέρεται εσπευσμένα στο νοσοκομείο όπου απλά μετά από λίγο διαπιστώνεται και ανακοινώνεται ο θάνατός του. Μια πολιτική δολοφονία. Φυσικός αυτουργός ο Γιάννης Καλαμπόκας. Ηθικοί αυτουργοί: κυβέρνηση, Κοντογιαννόπουλος, Τάγαρης`, ο κομματικός μηχανισμός της ΝΔ και η αστυνομική διεύθυνση Αχαΐας η οποία γνώριζε για τις ανακαταλήψεις. Τα νέα ταξιδεύουν με απίστευτη ταχύτητα στην Πάτρα. στην Αθήνα και σ’ όλη την Ελλάδα. Οι επόμενες μέρες χαρακτηρίζονται από πραγματικές μάχες στους δρόμους της Πάτρας και κυρίως της Αθήνας. Στην Αθήνα, χιλιάδες άνθρωποι επί τρεις μέρες κατακλύζουν το κέντρο της διαμαρτυρόμενοι για την κυβερνητική πολιτική. Γίνεται εκτεταμένη χρήση χημικών και δακρυγόνων με αποτέλεσμα ένα απ’ αυτά να προκαλέσει πυρκαγιά στον 1ο όροφο του καταστήματος Κ. Μαρούση στην οδό Πανεπιστημίου και Θεμιστοκλέους και τέσσερις άνθρωποι να βρουν τραγικό θάνατο. Ο Κοντογιαννόπουλος παραιτείται και το νομοσχέδιο αποσύρεται.

ΑΚΡΟΜΑΧΙΕΣ Ή ο Μακιαβέλι στο Μογκαντίσου

Από τον Ερανιστή

Ποτέ δεν πίστευα ότι οι πολιτικές και ιδεολογικές καταβολές της αριστεράς ανιχνεύονταν στον Μακιαβέλι, παρά τις ακάματες προσπάθειες του τμήματος εκείνου του αριστερού και εργατικού κινήματος που θαμπώθηκε από το σύνθημα σοσιαλισμός σε μια μόνο χώρα, και, ακολούθως, στο στόχο αυτό υπέταξε όλες τις ενέργειες και μεθοδεύσεις του, με οικτρά αποτελέσματα για την ελληνική αριστερά, ορατά ακόμα και σήμερα.

Κι όμως τον Φλωρεντινό πολιτικό θυμίζει η πολιτική συμπεριφορά μεγάλου τμήματος της ελληνικής αριστεράς, όπως αποτυπώνεται στα πρωτοσέλιδα και τις αναλύσεις σημαντικών κομματιών της. Το αξίωμα οι εχθροί των εχθρών μας είναι φίλοι μας εφαρμόζεται πάρα πολύ πιστά, ειδικά μετά την κατάρρευση του αντίπαλου δέους μετά το 1989. Υπό αυτό το πρίσμα, η συγκαταμέτρηση του Λούλα και του Τσάβες με τους Ζαπατίστας, μόνο και μόνο γιατί κάνουν δύσκολη τη ζωή στους Αμερικάνους, είναι μάλλον προβληματική. πολιτικά, ιδεολογικά και πρακτικά.

Το ίδιο τσουβάλιασμα διακρίνει πολλές από τις αναλύσεις μας γι’ αυτό το αξεδιάλυτο κουβάρι της σύγχρονης Μέσης Ανατολής, τσουβάλιασμα μάλιστα που γίνεται αμήχανα μετά τις τελευταίες εξελίξεις και τον απαγχονισμό του Σαντάμ Χουσεΐν (με αμερικανική επίνευση και σιιτική εκτέλεση από τους πολιτοφύλακες του Μοκτάντα Αλ Σαντρ).

Εξηγούμαι.

Σε πολλά σημεία του ισλαμικού κόσμου, αραβικού και μη, υπάρχει σήμερα μια ένοπλη αντιπαράθεση είτε απευθείας με τα αμερικανικά στρατεύματα (Αφγανιστάν και Ιράκ) είτε με αμερικανόδουλα ή αμερικανοκίνητα καθεστώτα (Πακιστάν, Λίβανος, Σομαλία) -η περίπτωση της κατεχόμενης Παλαιστίνης είναι ξεχωριστή. Το μοναδικό κοινό σημείο είναι το θρήσκευμα: είναι όλοι τους μουσουλμάνοι. Πέρα από αυτό όμως, και παρά την απεριόριστη τύφλωση όσων πιστεύουν το αντίθετο στην αμερικανική πολιτική και στρατιωτική μηχανή, δεν υπάρχει τίποτε άλλο. Τοπικοί φύλαρχοι στο βορειοδυτικό Πακιστάν. Ταλιμπάν, κυρίως Παστούν –ομόφυλοι με τους προηγούμενους στο Αφγανιστάν. Σουνίτες της Αλ Κάιντα και παλιοί μπααθιστές στο Ιράκ. Σιίτες υποστηριζόμενοι από τη Συρία και χρηματοδοτούμενοι από το Ιράν στο Λίβανο. Τοπικοί άραβες φύλαρχοι στη Σομαλία σε συνεργασία με ισλαμιστές (ουαχαβίτες) από τον αραβικό κόσμο. (Και φυσικά ξεχάστηκε η σφαγή στο διπλανό Νταρφούρ: άραβες δουλέμποροι σφάζουν ανηλεώς μαύρους Αφρικανούς, μια σφαγή που ουσιαστικά κανένας δεν καταδίκασε, ούτε η αριστερά. Μήπως είδατε ποτέ ένα κίνημα διαμαρτυρίας για τα εκατομμύρια θύματα της Μαύρης Ηπείρου την τελευταία τριακονταετία, ή μήπως αυτή έχει εκχωρηθεί υποτιμητικά στις ανθρωπιστικές οργανώσεις;) Το παζλ συμπληρώνουν οι Σιίτες που κυβερνούν το Ιράκ: καθοδηγούνται από το Ιράν αλλά συνεργάζονται με τους Αμερικανούς, παρά τις εσωτερικές τους διαφοροποιήσεις -ο αλ Μαλίκι είναι τελειωμένος χωρίς τους Αμερικανούς ενώ ο αλ Σαντρ περιμένει ευφυώς την επόμενη μέρα.

Διακρίνονται όλοι από έντονο αντιαμερικανισμό; είναι προφανές. Το να τους αποδώσουμε όμως με τον αφελή βολονταρισμό μας άλλα επίθετα, π.χ. αντιιμπεριαλιστές, είναι απλώς εκτός πραγματικότητας. Είναι σαν να λέμε ότι οι Αφγανοί που πολέμησαν τους Σοβιετικούς τη δεκαετία του ΄80 ήταν αντικομμουνιστές.

Ομοίως διαψεύστηκαν από την πραγματικότητα όσοι προέβλεπαν ότι η επέμβαση στο Ιράκ εξυπηρετούσε ένα μακροπρόθεσμο και πολυπλόκαμο αμερικανικό σχεδιασμό. Κανένας δεν αμφισβητεί την αμερικανική εμπλοκή στη Μέση Ανατολή: υφίσταται πριν από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και για προφανείς λόγους. Η πολεμική εμπλοκή όμως έχει τους δικούς της ανεξέλεγκτους κανόνες. Το ίδιο συνέβη και στο Βιετνάμ: οι ζούγκλες της Ινδοκίνας δεν είχαν καμία ουσιαστική σημασία για την έκβαση του Ψυχρού Πολέμου. Πάντα στις αναλύσεις μας κυριαρχούν τα γεωστρατηγικά, οι σφαίρες επιρροής, τα νεοταξικά, οι καπιταλιστικές υφέσεις και αναδιαρθρώσεις, τα τόξα και η παγκόσμια κυριαρχία, γιατί πάντα νομίζουμε ότι ζούμε σε μια ξεχωριστή εποχή που διαφέρει από τις προηγούμενες. Τις αποφάσεις όμως για τα γεγονότα τις παίρνουν άνθρωποι και όχι η μακρά διάρκεια. Και συστηματικά αγνοούμε τον ανθρώπινο παράγοντα: οι νεοσυντηρητικοί που περιστοιχίζουν ή επηρεάζουν τον Μπους ήταν και είναι εξαιρετικά κοντόφθαλμοι, ανεπαρκείς και γεμάτοι ιδεοληψίες και εμμονές. Βέβαια, μια παγκόσμια αυτοκρατορία πρέπει να θυμίζει σε όλους ποιος κάνει κουμάντο. Κατά κανόνα το κάνει όμως αυτό επιτυχώς.

Ξετυλίγοντας κι άλλο το κουβάρι ανακαλύπτουμε ότι οι άκρες του νήματος είναι πολλές. Μια διπλή θρησκευτική σύγκρουση. Η πρώτη είναι λίγο παλιότερη, κρατά από το 636: χριστιανοί εναντίον μουσουλμάνων. Μπορεί να είχε ένταση την εποχή των σταυροφοριών, για οκτώ αιώνες όμως και μέχρι σήμερα ήταν παντελώς ανενεργή. Ο πρώτος πόλεμος του Κόλπου και ο Μπιν Λάντεν παρέα με τον Χάντιγκτον τη νεκρανάστησαν. Η δεύτερη είναι ενδοϊσλαμική, σιγοβράζει για αιώνες, δεν προκάλεσε όμως ούτε δικαιολογεί με κανένα τρόπο τον εμφύλιο στο Ιράκ.

Εθνοπολιτικές αντιπαραθέσεις στη συνέχεια. Η Περσία υποτάχτηκε στο Ισλάμ, και αντιμετωπίστηκε πάντα με περιφρόνηση από τους Άραβες, όπως οι Βερβερίνοι και οι Κούρδοι. Έτσι, για σοβαρούς άραβες αναλυτές, πίσω από την εκτέλεση του Σαντάμ δε βρίσκεται το Ιράν, αλλά η Περσία.

Τρίτο επίπεδο, οι κρατικές οντότητες. Εδώ πλέον περνάμε από το πολιτικοθρησκευτικό υπόβαθρο στα πραγματικά κίνητρα. Ιράν, Συρία και Ισραήλ. Για την κάθε μια από αυτές το δικό της συμφέρον υπερτερεί έναντι κάθε άλλης, ακόμα και θρησκευτικής, συμμαχίας. Το Ιράν ελέγχει την κυβέρνηση - μαριονέτα στο Ιράκ, τα σχέδιά του όμως είναι ευρύτερα από τον έλεγχο του σιιτικού νότου. Άλλωστε η Κερμπάλα και η Νατζάφ βρίσκονται εκεί, και οι μοναρχίες του Κόλπου επιθυμούν περισσότερο από το Ισραήλ την εξόντωση του Αχμεντινετζάντ. Συρία και Ιράν δεν έχουν ίδια συμφέροντα σε όλη την περιοχή, συμπίπτουν όμως στο ρόλο της Χεζμπολάχ. Η Συρία ελέγχει το Λίβανο, χωρίς δολοφονίες και διεθνή κατακραυγή, το Ιράν απασχολεί και ενίοτε ταπεινώνει με τους Σιίτες της ίδιας οργάνωσης το Ισραήλ και προβάλλει σε όλο τον αραβικό κόσμο ως το μοναδικό αντίπαλο δέος. Το Ισραήλ μετά το στραπάτσο του καλοκαιριού συστηματικά διενεργεί δολοφονικές επιθέσεις στη Γάζα και αναθεωρεί την εποικιστική του πολιτική, με αποκλειστικό σκοπό την ακύρωση οποιασδήποτε πιθανότητας μελλοντικής επαναπροσέγγισης. Παράλληλα, καθιστά τη Χαμάς μοναδική διέξοδο της παλαιστινιακής οργής, ενώ όλοι οι επίσημοι κρατικοί ή οιονεί κρατικοί θεσμοί που ελέγχονται από τη διεφθαρμένη Φατάχ βουλιάζουν στην ανυποληψία και στην αγκαλιά Αμερικανών και Αιγυπτίων. Πολλοί φοβούνται ότι η ενδοπαλαιστινιακή σύγκρουση θα προκαλεί εφεξής περισσότερα θύματα από τις ακρότητες των Ισραηλινών.

Τέταρτο επίπεδο η αμερικανική επέμβαση. Αλλού συγκεκαλυμμένη, αλλού ανοιχτή, αλλού δολοφονική, απλώς περιμένει το τέλος της θητείας Μπους για να επανασχεδιάσει μια πολιτική ελέγχου της περιοχής, λιγότερο στρατιωτική αλλά περισσότερο αποτελεσματική. Πιθανό της όπλο η ενδοϊσλαμική διαμάχη: όσο περισσότερο το Ιράν κερδίζει πόντους, (αν και η μετά το Χομεϊνί νέα γενιά δε φαίνεται να έχει μιλήσει ακόμα - κι ας αποτελεί τα 2/3 του πληθυσμού) τόσο τα καθεστώτα και οι σουνίτες τύπου Σινιόρα θα γαντζώνονται πάνω της. Η μακιαβελική -δι΄ αντιπροσώπων- εκδίωξη των ισλαμιστών στη Σομαλία προδιαγράφει μάλλον τη συνέχεια(στην αρχή τούς στήριζαν!).

Δε νομίζω όμως ότι μας αφορούν τα σενάρια. Αυτό που προέχει είναι οι προσεκτικές οριοθετήσεις. Στήριξη του αγώνα του παλαιστινιακού λαού, αγώνας που προφανώς πρέπει να δοθεί ενωμένα. Η πολιτική μας συμπαράσταση εξαντλείται στη διαρκώς συρρικνούμενη παλαιστινιακή αριστερά, ο ρόλος της οποίας γίνεται ολοένα και πιο αδιόρατος μέσα σε μια επαπειλούμενη εμφύλια σύγκρουση, στην οποία κάποιοι εξ ημών βιάστηκαν να διαλέξουν στρατόπεδο. Ο πρωτοσέλιδος εκστασιασμός για τη σημερινή πολιτική της Χεζμπολάχ είναι μάλλον άκαιρος, εκτός αν κάποιος πιστεύει ότι ένα δημοκρατικό και πολυπολιτισμικό μοντέλο του Λιβάνου κρύβεται στο μυαλό του Νασράλα. Άλλωστε στο Μογκαντίσου ξανάνοιξαν τα σινεμά, μετά την εκδίωξη των ισλαμιστών από τα χριστιανικά και με στήριξη των αμερικανών αιθιοπικά στρατεύματα. Στο Αφγανιστάν μάς διαφύλαξαν από τις αφελείς ταυτίσεις οι ωμότητες των Ταλιμπάν, πριν ακόμα από τους αμερικανικούς βομβαρδισμούς αθώων. Οι οποίοι σήμερα συνεχίζονται από το ΝΑΤΟ, με ελληνική στρατιωτική επιμελητεία βεβαίως.

Για το Ιράκ δεν υπάρχει ελπίδα. Το αίμα των αθώων θα συνεχίσει να χύνεται και μετά την αμερικανική αποχώρηση. Πέρα από τα επίπεδα που προαναφέραμε, φαίνεται ότι το μοντέλο του εθνικού κράτους μετααποικιακά πρόσφερε, παρά τις τεχνητές συγκολλήσεις μειονοτήτων και τα σύνορα – ευθείες, την μοναδική πιθανότητα εφαρμογής του όποιου νόμου και στοιχειώδους ασφάλειας. Τώρα στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ, στο Κέρας και στη μαύρη Αφρική υπάρχουν απλώς εκατόμβες θυμάτων από αδιάκοπες φυλετικές και θρησκευτικές συγκρούσεις. Η Δύση πλιατσικολογεί τους φυσικούς πόρους των περιοχών αυτών (τα κέρδη των πετρελαϊκών εταιρειών από τη Νιγηρία είναι προφανώς πολλαπλάσια από αυτά του Ιράκ), κατά τα άλλα παρακολουθεί απαθώς τις σφαγές να συναγωνίζονται το AIDS ως αιτία θανάτου.

Όσο για τη Μέση Ανατολή, η καθ΄ ημάς αριστερά λοιδόρησε ανελέητα το Καμπ Ντέηβιντ ή το Όσλο (αρκούσε ο Κάρτερ ή ο Κλίντον στη μέση της φωτογραφίας), να που σήμερα όμως φαίνονται παραδεισένιες οάσεις μπροστά στις επαπειλούμενες ακρότητες. … Πόσο γρήγορα ξεχάσαμε ή βαφτίσαμε προβοκάτσιες τις δολοφονίες παιδιών παλαιστίνιων αξιωματούχων από Παλαιστίνιους. Ούτε ο Μακιαβέλι όμως δεν είχε υπονοιαστεί την επιλεκτική ευαισθησία ως μορφή πολιτικής παρέμβασης.

Σχετικά με την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών

Με αφορμή την πραγματοποίηση ενός Σεμιναρίου

Στις 9 & 10 Δεκέμβρη 2006 πραγματοποιήθηκε Επιμορφωτικό Σεμινάριο από τα μέλη της συνδικαλιστικής παράταξης Εκπαιδευτική Προοπτική Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Αγρινίου – Θέρμου στην Αίθουσα εκδηλώσεων του Δ.Δ. Αγίου Κων/νου Αγρινίου με αντικείμενο τη «διδασκαλία της γλώσσας στο δημοτικό σχολείο». Μεταξύ των στόχων του Σεμιναρίου ήταν η ενημέρωση των συναδέλφων εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης σχετικά με γλωσσολογικές και παιδαγωγικές-διδακτικές διαστάσεις της διδασκαλίας της γλώσσας στο σχολείο. Οι διαστάσεις αυτές καθώς και το σύστοιχο γλωσσικό διδακτικό υλικό που παρουσιάστηκαν από τους πέντε εισηγητές του Σεμιναρίου είχαν, αφενός απόκλιση από τις θεωρητικές και πολιτικο-ιδεολογικές «προδιαγραφές» των νέων αναλυτικών προγραμμάτων και των διδακτικών βιβλίων και, αφετέρου δύσκολα θα μπορούσαν να φιλοξενηθούν (και, άρα, ν’ ακουστούν) κάτω από άλλη οργανωτική μορφή (π.χ. τα γνωστά υπηρεσιακά σεμινάρια των Σχολικών Συμβούλων).

Πιο συγκεκριμένα, οι εισηγητές, αφού παρουσίασαν θεωρητικά και πρακτικά την πρότασή τους για τη διδασκαλία του γλωσσικού μαθήματος, έκαναν κριτική στο Πρόγραμμα Σπουδών της γλώσσας καθώς και στα νέα βιβλία της γλώσσας στο δημοτικό σχολείο, δείχνοντας τον ψευδεπίγραφο «επικοινωνιακό» χαρακτήρα της διδακτικής προσέγγισης στα νέα βιβλία, καθώς και τον καθαρά γραμματικο-κεντρικό τους προσανατολισμό.

Επίσης, μέσα και από καίριες παρατηρήσεις και αναφορές των συμμετεχόντων εκπαιδευτικών σε σημεία του Προγράμματος Σπουδών της γλώσσας, αναδείχτηκαν οι συγκεκριμένες ιδεολογικές και πολιτικές προδιαγραφές συγγραφής του Προγράμματος και των νέων βιβλίων και ο παιδαγωγικά και πολιτικά ελεγχόμενος χαρακτήρας της γλωσσικής διδασκαλίας που αυτά προδιαγράφουν.

Από την άποψη αυτή το Σεμινάριο είχε μεγάλη επιτυχία, στο βαθμό που πέτυχε, αφενός ν’ αναδείξει και μια διαφορετική (απ’ την κυρίαρχη κρατική) επιστημονική προσέγγιση στη διδασκαλία της γλώσσας και, αφετέρου να δημιουργήσει προβληματισμό (σε μια κριτική παιδαγωγικά και προοδευτική κατεύθυνση) σχετικά με τον επιστημονικά αποδεκτό τρόπο διδασκαλίας της γλώσσας στο δημοτικό σχολείο.

Σε μια συγκυρία όπου παρατηρείται μια πλήρης επιμορφωτική «άπνοια» ή η όποια επιμορφωτική δράση γίνεται, αυτή είναι κρατικά, δηλ. πολιτικο-ιδεολογικά, ελεγχόμενη (όσον αφορά τις μορφές και το περιεχόμενό της), επιβάλλεται η ανάληψη ανάλογων πρωτοβουλιών από το αριστερό-ριζοσπαστικό κίνημα στην εκπαίδευση. Γιατί πρέπει να γίνει σαφές ότι όσο αναγκαία είναι η μακρο-πολιτική κριτική της εκπαίδευσης (ως ενός δηλ. απ’ τους θεμελιώδεις «ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους και των κυρίαρχων κοινωνικών δυνάμεων, ο οποίος συμβάλλει στη νομιμοποίηση και αναπαραγωγή των κυρίαρχων - καπιταλιστικών κοινωνικών δομών και σχέσεων») άλλο τόσο αναγκαία είναι και η παρέμβαση (από την πλευρά όσων συμμερίζονται την προηγούμενη θέση) σε έναν απ’ τους πλέον βασικούς «θύλακες» άρθρωσης της αναπαραγωγικής λειτουργίας της εκπαίδευσης, την επιμόρφωση δηλ. των εκπαιδευτικών. Απ’ την άποψη αυτή, είναι σκόπιμη όχι μόνο μια γενικόλογη «καταγγελτική» κριτική στις κυρίαρχες επιμορφωτικές δράσεις της κρατικής εξουσίας και των θεσμοθετημένων φορέων της αλλά, κυρίως, η απόπειρα παρέμβασης και δημιουργίας «ρωγμών» στο θεωρητικό-παιδαγωγικό και ιδεολογικό περιεχόμενο και στις κατευθύνσεις της επιμόρφωσης των εκπαιδευτικών, μέσα από την υλοποίηση εναλλακτικών ή «αντίπαλων» επιμορφωτικών δραστηριοτήτων, οι οποίες προφανώς θα κινούνται έξω από το επίσημο θεσμικό πλαίσιο (τόσο των θεσμών εποπτείας και διοίκησης της εκπαίδευσης όσο και των κυρίαρχων συνδικαλιστικών χώρων).

Η παρέμβαση στο επίπεδο των παιδαγωγικών αντιλήψεων και των διδακτικών πρακτικών των εκπαιδευτικών, όσο κι αν κι αν μας «γειώνει» στο (υποτιθέμενο) «α-πολιτικό» επίπεδο της «μικρο-θεώρησης» της εκπαιδευτικής διαδικασίας, δεν είναι καθόλου αμελητέα παράμετρος στο «φαύλο κύκλο» της ταξικής-αναπαραγωγικής λειτουργίας του σχολείου, στην οποία, έτσι κι αλλιώς, εμπλέκονται καθημερινά οι εκπαιδευτικοί, ασυνείδητα ή ενσυνείδητα (…)

Η επιλογή, λοιπόν από την επιστημονική «πιάτσα» εκείνων των παιδαγωγικών οπτικών που αναδεικνύουν την κοινωνική λειτουργία των σχολικών γνώσεων και συμβάλλουν στη συνειδητοποίηση (από τους συναδέλφους εκπαιδευτικούς) της ταξικής λειτουργίας των κυρίαρχων παιδαγωγικών και διδακτικών πρακτικών που ακολουθούν και οι ίδιοι, αποτελεί ένα σημαντικό ιδεολογικό και πολιτικό «διακύβευμα» για το αριστερό συνδικαλιστικό κίνημα της εκπαίδευσης.

Κώστας Διαμαντής

δάσκαλος

Η αναθεώρηση του άρθρου 16 και η «εύθραυστη» νομιμοποίηση του νεοφιλελευθερισμού

Η αναθεώρηση του άρθρου 16 του συντάγματος, έτσι ώστε να υπάρχει η δυνατότητα ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων στη χώρα μας, συνιστά μια καίριας σημασίας επιλογή από τις κυρίαρχες πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις στο πλαίσιο της συνολικότερης αναδιάρθρωσης της ελληνικής εκπαίδευσης.

Αν η ως τώρα μορφή του άρθρου 16 αποτύπωνε μια προηγούμενη ιστορικο-πολιτική «συγκυρία», κατά την οποία κυριαρχούσε στην Ελλάδα μια ετεροχρονισμένη (σε σχέση με τα διεθνή δεδομένα) κρατικο-προνοιακή αντίληψη σχετικά με τη σχέση κράτους- εκπαίδευσης - κοινωνίας, η επιχειρούμενη αναθεώρησή του επικυρώνει μια ακόμα επιθετική έκφανση από την πλευρά μιας νεο-φιλελεύθερης πολιτικής αντίληψης για την εκπαίδευση και την κοινωνία. Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή, το πανεπιστήμιο και η εκπαίδευση γενικότερα δεν μπορεί παρά να υπόκεινται στους νόμους της «ελεύθερης αγοράς», του «ανταγωνισμού» και της «ιδιωτικής πρωτοβουλίας». Μ’ αυτόν τον τρόπο μόνον μπορεί ν’ αναβαθμίσουν την ποιότητα των σπουδών που παρέχουν, και την ίδια στιγμή ν’ ανταποκριθούν στις «σύγχρονες» απαιτήσεις της «οικονομίας της αγοράς» με όρους «ανταποδοτικότητας».

Αν παραβλέψει κανείς προς στιγμήν την όχι και τόσο σύγχρονη «μυθιστορία» του νεο-φιλελευθερισμού, μπορεί να δια-κρίνει πιο καθαρά ποια είναι τα όρια της «ρητορικής εκγύμνασης» στην οποία αυτός ασκείται και από ποιο σημείο κι έπειτα ξεκινά η προώθηση και η παραπειστική αναγόρευση (μέσω αυτού) των ειδικών συμφερόντων των κυρίαρχων ταξικών δυνάμεων σε δήθεν «γενικό κοινωνικό καλό».

Πιο συγκεκριμένα, εύκολα μπορεί κανείς ν’ αντιληφθεί πως οι «αδύναμοι κρίκοι» και τα λογικά «άλματα» του νεο-φιλελεύθερου λόγου υπερκαλύπτουν την όποια πειστική εκφορά του. Για παράδειγμα, είναι γνωστό (μέσα πλέον και από τον «παράδεισο» της ελληνικής «ιδιωτικής πρωτοβουλίας») ότι, σε συνθήκες ελεύθερης αγοράς, η «μαγική» σχέση ανάμεσα στον «ανταγωνισμό» και την «ποιότητα» προϊόντων και υπηρεσιών δεν υφίσταται (τουλάχιστον σε μια μονοδρομική και ευθύγραμμη βάση), στο βαθμό που η σχέση αυτή διαμεσολαβείται από την αναμφισβήτητα καθοριστική παράμετρο της αναζήτησης κέρδους από την πλευρά του ιδιωτικού παράγοντα. Όπως, επίσης ότι η εφαρμογή της περιώνυμης αρχής της «ανταποδοτικότητας» δεν μπορεί να αφορά τον κάθε τομέα της πανεπιστημιακής εκπαιδευτικής διαδικασίας, μια και η παραγωγή γνώσης (ιδιαίτερα στις λεγόμενες κοινωνικές και ανθρωπιστικές επιστήμες) ούτε προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση κινείται ούτε, πολύ περισσότερο, μπορεί να υπόκειται στη συνήθη αξιολογική στάθμιση με βάση τις «ανάγκες της αγοράς». Στα πιο πάνω ζητήματα αν θέσει κανείς και το καίριας σημασίας ερώτημα «και, τότε, ποιος θα πληρώσει το “μάρμαρο” για την παραγωγή και αναπαραγωγή τέτοιου είδους γνώσης» ή γενικότερα «ποια τύχη επιφυλάσσεται στη σχέση κρατικής χρηματοδότησης και της δυνατότητας για γενίκευση της δωρεάν παροχής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης», γίνεται αντιληπτό ότι το νεο-φιλελεύθερο επιχείρημα, πέρα από εμφανώς παραπειστικό, διέπεται κι από μια ακραία τυχοδιωκτική θέση (με την έννοια δηλαδή της προώθησης ενός καθαρά ιδιοτελούς ταξικού συμφέροντος).

Έτσι γίνονται επίκαιρες μια σειρά από θεωρητικές αναλύσεις, τα τελευταία χρόνια, οι οποίες καταδεικνύουν το καίριας σημασίας εγχείρημα, από την πλευρά των κυρίαρχων (διεθνώς) κεφαλαιοκρατικών τάξεων, για την αναδιάρθρωση της εκπαίδευσης και της οικονομίας με κύριο «όχημα» το νεο-φιλελευθερισμό και βασικούς άξονες της αναδιάρθρωσης αυτής :

α. Την όλο και μεγαλύτερη απόσυρση, καταρχήν, του κράτους (και μαζί των κυρίαρχων κοινωνικών δυνάμεων εξουσίας που το διαχειρίζονται) τόσο από τη χρηματοδότηση προνοιακών δραστηριοτήτων και κοινωνικών τομέων (όπως η δημόσια εκπαίδευση) όσο και από τις παλιότερες μορφές «παρέμβασης» και ελέγχου της «οικονομίας της αγοράς».

β. Την πριμοδότηση της αγοράς μέσα από την αποδυνάμωση των όποιων προνοιακών θεσμών και την εκχώρηση όλο και μεγαλύτερου φάσματος κοινωνικών υπηρεσιών και δραστηριοτήτων στη δικαιοδοσία της ελεύθερης «ιδιωτικής πρωτοβουλίας» και κερδοφορίας.

γ. Τον ακόμα μεγαλύτερο πολυκερματισμό «μορφωτικών» και επαγγελματικών τίτλων και, συνακόλουθα, εργασιακών δικαιωμάτων (ως αποτέλεσμα και του προηγούμενου σημείου) και, κατ’ επέκταση, την ακόμα μεγαλύτερη διάλυση των εργασιακών σχέσεων, με απώτερο στόχο την ευχερέστερη ένταση της εκμετάλλευσης της κάθε λογής εξειδικευμένης μισθωτής εργασίας.

Οι προηγούμενοι άξονες εντάσσονται σε μια πολιτική και οικονομική στρατηγική, η οποία χαρακτηρίζει τη σημερινή «συγκυρία» του διεθνούς καπιταλισμού και εγγράφονται σε μια συνολικότερη «απόπειρα» για «έξοδό του από την κρίση» στην οποία αυτός βρίσκεται.

Οι πιο πάνω επιλογές μολονότι φαίνεται να υπερισχύουν κοινωνικά και πολιτικά, υφίστανται και οι ίδιες μια κρίση νομιμοποίησης, εξαιτίας κυρίως των εγγενών αντιφάσεων που εμπεριέχουν και των αδιεξόδων που αυτές παράγουν στο κοινωνικό πεδίο. Ένα ενδεικτικό, άλλωστε, στοιχείο της κρίσης αυτής είναι και η αρκετά ανισοβαρής (σε σχέση με το βαθμό ανάπτυξης απειλητικών κοινωνικών κινημάτων) χρήση κρατικής βίας και η εκτενής ενεργοποίηση διεθνώς αλλά και στην Ελλάδα των πολύμορφων κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους.

Το γεγονός αυτό ενισχύει μια ορισμένη προβληματική, η οποία χωρίς να υιοθετεί μια «νομοτελειακή» οπτική του καπιταλιστικού συστήματος, υποστηρίζει ότι το νεο-φιλελεύθερο εγχείρημα διέρχεται μια φάση «εύθραυστης» ισορροπίας τόσο με όρους μη εξασφάλισης μιας συνειδητής κοινωνικής απήχησης και υποστήριξης όσο και μιας ανεπιτυχούς (ενδεχομένως) «εξόδου από την κρίση». Όροι και οι δυο που δημιουργούν ευοίωνες προϋποθέσεις για τη συσπείρωση των διευρυμένων κοινωνικών δυνάμεων της εργατικής τάξης και την ανάπτυξη ενός αντίπαλου κοινωνικού και πολιτικού κινήματος απέναντι συνολικότερα στη νεο-φιλελεύθερη καπιταλιστική αναδιάρθρωση.

Για την επίτευξη, βέβαια, μιας τέτοιας συσπείρωσης, καθοριστικής σημασίας θα είναι και η θέση που θα πάρουν οι διάφορες συνιστώσες του αριστερού χώρου τόσο στο επίπεδο κάθε κοινωνικού σχηματισμού ξεχωριστά όσο και διεθνώς.

Ένα κρίσιμο, λοιπόν ζήτημα είναι ο βαθμός ιδεολογικής συνειδητοποίησης, και κατ’ επέκταση, «ορθής» κατανόησης της σημερινής «συγκυρίας» απ’ την πλευρά των συγκροτημένων χώρων της Αριστεράς και η υιοθέτηση μιας βασικής μαρξικής θέσης σχετικά με την ανάγκη οικοδόμησης κοινωνικών συμμαχιών, καταρχήν, «εντός των τειχών» της.

Η απόπειρα αναθεώρησης του άρθρου 16 του συντάγματος, στο πλαίσιο της υλοποίησης των νεο-φιλελεύθερων πολιτικών επιλογών στην ελληνική τριτοβάθμια εκπαίδευση, αποτελεί, μεταξύ πολλών άλλων νεο-φιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων, ένα ακόμη «προνομιακό» πεδίο για μια τέτοια «δοκιμή» διευρυμένης κοινωνικής και πολιτικής συσπείρωσης (…)

Αρκεί ο κοινωνικός και πολιτικός χώρος της Αριστεράς ν’ αντιληφθεί πραγματικά ότι οι νεο-φιλελεύθερες πολιτικές στην εκπαίδευση και όπου αλλού και πολυ-αντιφατικές και σκληρά ταξικές είναι και μπορούν (υπό προϋποθέσεις) να ηττηθούν.

Κώστας Διαμαντής

δάσκαλος

Φίλε αναγνώστη

σε παρακαλώ, κάθισε στην καρέκλα του γιατρού,

και καλύτερα προτίμησε αυτήν ενός νέου αγροτικού γιατρού.

Χμ, σε επισκέπτεται ένας «ιατρικός επισκέπτης». Σα να λέμε, ο άνθρωπος που πληρώνεται από μία φαρμακευτική εταιρία ώστε να σε «πείσει» να επιλέγεις το συγκεκριμένο φάρμακο για τους ασθενείς σου.

Για να δούμε τώρα πώς επιλέγει ο κάθε ιατρικός επισκέπτης να παλέψει για το στόχο του: την αύξηση των πωλήσεων του φαρμάκου «του» στην περιοχή ευθύνης του.

Ø Κατ’αρχήν σού χαμογελά, είναι ευχάριστος-χαρούμενος. Κατά τη διάρκεια της κουβέντας, θα αφήσει στο γραφείο σου διάφορα μπιχλιμπίδια: στυλό, αυτοκόλλητα χαρτάκια, κανένα ημερολόγιο.. Προτείνει στο τέλος να βρεθείτε καμιά φορά για καφέ, έτσι, «πέρα από τα επαγγελματικά».

Ø Σου παρουσιάζει διάφορα χρωματιστά σχεδιαγράμματα, πάνω σε ιλουστρασιόν σελίδες. Αλλά εσύ, ο αγροτικός γιατρός, ξέρεις ότι μέσα στα «αδιάσειστα στοιχεία» υπάρχουν αναρίθμητα στατιστικά τεχνάσματα που συχνά είναι φανερά, άλλοτε πάλι πιο δύσκολα εντοπίσιμα.

Αλλά ακόμη και ωραιότατη να είναι η παρουσίαση των στοιχείων, δεν είναι δυνατόν εσύ ο ίδιος να ελέγξεις την αλήθεια τους. Ξέρεις πολύ καλά ότι αυτές οι μελέτες βασίζονται σε εργασίες κάποιων συναδέλφων σου, οι οποίοι αφενός χρηματοδοτούνται από την ίδια την εταιρία, αφετέρου έχουν συχνά σαν αποκλειστικό στόχο να εμπλουτίσουν το βιογραφικό τους με μία ακόμη δημοσιευμένη εργασιούλα. Είναι γνωστό σε όλους μας ότι, ελλείψει χρόνου και υπευθυνότητας, πολύ συχνά τα δεδομένα στα οποία βασίζεται η μελέτη καταγράφονται τυχαία, ΤΕΛΕΙΩΣ ΤΥΧΑΙΑ. Κανείς δεν θα τα ελέγξει, άλλωστε συχνά τα αρχεία των ασθενών είναι τόσο ακατάστατα, ώστε πού να ψάχνεις μες στο χάος.

Ø Στο τέλος, ο ιατρικός επισκέπτης, εφόσον του το επιτρέπουν τα οικονομικά της εταιρίας στην οποία εργάζεται, θα σου υποσχεθεί ότι άμα τον βοηθήσεις, μετά μπορείς να του ζητήσεις κάτι (ιατρικό βιβλίο/στηθοσκόπιο κ.λπ.).

Μπορεί να σε ρίξει και στο φιλότιμο: «Γράψε κάτι παραπάνω. Κάν' το για μένα»(!).

Ø Και τώρα το πραγματικά εξοργιστικό. Πέρα από την όλη ανάλαφρη και ειρωνική ατμόσφαιρα των παραπάνω, αυτό που πια σε κάνει να νιώθεις απέχθεια για το ρόλο του ιατρικού επισκέπτη, για το ρόλο σου ως γιατρού, για το πλέγμα των ιδιωτικών φαρμακευτικών εταιριών που λυμαίνονται το χώρο της υγείας..

Όταν η εταιρία είναι αποφασισμένη να κυριαρχήσει έναντι των μικρότερων ανταγωνιστών της, τότε ξεφτιλίζει με μία πρόταση το γιατρό-υποχείριό της, βάζοντας τον ιατρικό επισκέπτη να λέει:

« Εγώ… συνεργάζομαι με τους γιατρούς σε επίπεδο… μετρητών. Το κάθε κουτί που θα γράφεις θα σου δίνει 3 ευρώ. Δεν είναι ντροπή. Εγώ θέλω απλά να σε ευχαριστήσω που με βοηθάς. Να βγάλεις κι εσύ τα έξοδά σου!»

Και τότε θέλεις να βάλεις τις φωνές ,αλλά δεν φταίει ο εργαζόμενος που εκτελεί αυτό που του ανέθεσαν για να εξασφαλίσει το μισθό του. Ωστόσο του ΕΞΗΓΕΙΣ ότι πληρώνεσαι σε αυτήν τη θέση για να εξετάζεις ασθενείς και όταν το κρίνεις απαραίτητο να τους γράφεις φάρμακα. Δεν υπάρχει ο ΠΑΡΑΜΙΚΡΟΣ λόγος να αμειφθείς για το φάρμακο που επιλέγεις. Η επιλογή πρέπει να γίνεται με κριτήρια αποτελεσματικότητας-ασφάλειας. Μα όταν αυτά είναι δύσκολο να προσδιοριστούν, τότε δυστυχώς η επιλογή θα γίνει

τ υ χ α ί α .Ναι, αντιεπιστημονικό. Αλλά προτιμώ να επιλέγω τυχαία, όταν η ποικιλία των φαρμάκων οφείλεται απλώς στον ανταγωνισμό των εταιριών, παρά να επιλέγω με βάση την επιπλέον και παράνομη αμοιβή μου.

Κι όχι μόνο προσπαθείς με ευγένεια μα κι αυστηρότητα να θέσεις τις αρχές σου ενώπιον αυτού του επαγγελματία, αλλά την επόμενη φορά που θα έρθει, θα έχει το ΘΡΑΣΟΣ να σου πει: «Επειδή ξέρω ότι θα ΑΛΛΑΞΕΙΣ γνώμη, ήθελα να σου πω ότι είμαι εδώ και ισχύει η προσφορά μου».

Αναρωτιέμαι ειλικρινά μήπως κάνω άσχημα που εξηγώ ήρεμα και ευγενικά την ιδεολογία μου και μήπως θα έπρεπε να πω ξεκάθαρα και κοφτά ότι η συγκεκριμένη συμπεριφορά έχει ονομασία και λέγεται «διαφθορά».

Μα το πλέον λυπηρό είναι ότι η συντριπτική πλειοψηφία των συναδέλφων μου-αγροτικών γιατρών, όχι απλώς ακολουθούν αυτές τις μεθόδους, μα δεν βλέπουν καν τίποτε το μεμπτό σ' αυτήν τη στάση! Επιχειρηματολογούν «μα αφού έτσι κι αλλιώς αυτό το φάρμακο θα έγραφα... γιατί να μην κερδίσω κι εγώ;». Και αναρωτιέμαι, αν ξεκινάμε έτσι την εργασιακή μας ζωή, ΠΩΣ και πόσο γρήγορα θα διαβρωθούμε τελείως; Είναι τόσο δύσκολο να σκεφτούμε ότι τη ΣΤΙΓΜΗ που θα προσθέσουμε στα κριτήρια επιλογής φαρμάκου τα δικά μας επιπλέον ευρώ, αυτόματα έχουμε ξεχάσει το ρόλο μας; Είναι τόσο παράξενο επιτέλους το να σκεφτούμε ότι είναι αναμενόμενο να αμειβόμαστε για την εργασία μας και όχι γιατί μας δίνουν δωράκια οι φαρμακευτικές (3 ευρώ το κουτί) ή επειδή μας δείχνουν την «αγάπη» τους οι ασθενείς μας (το γνωστό φακελάκι);

Όσο για κάποιους γραφικούς τύπους που εμμένουν να μην χρηματίζονται, ο μέσος συνάδελφος λέει και νιώθει σαφώς μέσα του ότι είναι καθαρά και απερίφραστα: βλάκες.

Τελειώνοντας αυτό το άρθρο, οφείλω να κάνω μια διευκρίνιση: οι ιατρικοί επισκέπτες λειτουργούν ως διαφημιστές ενός εμπορεύσιμου προϊόντος. Το επιθετικό ύφος του άρθρου αφορά 100% το ΡΟΛΟ του ιατρικού επισκέπτη, και ΚΑΘΟΛΟΥ τους ίδιους προσωπικά. Εμφανίζουν, ως κλάδος, ευρεία γκάμα επαγγελματισμού–αυθεντικότητας στη συμπεριφορά–εντιμότητα στη διαπροσωπική τους σχέση με το γιατρό. Ενίοτε, παρατηρώντας τον εργαζόμενο που βλέπεις απέναντί σου, πιστεύεις ειλικρινά ότι κι αυτός μάλλον σιχαίνεται, όπως κι εσύ, αυτό που του έχει ανατεθεί να κάνει. Ενίοτε. Αλλά αυτό δεν προστατεύει τους ασθενείς από ένα πλέγμα διαπλεκόμενων επαγγελματιών που ανταλλάσσουν ευρώ, στη διάρκεια που οι πρώτοι περιμένουν στο χώρο αναμονής για να επισκεφθούν το «γιατρό τους».

Το μόνο που θα με έκανε να νιώθω καλά πίσω απ’ το γραφείο του αγροτικού γιατρού, θα ήταν να πληρούνται οι εξής προϋποθέσεις, οι οποίες ασφαλώς μόνο στα πλαίσια μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας θα ήταν εφικτές:

1) Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας(ΠΟΥ), που ελέγχει την ποιότητα των φαρμάκων, να είναι στα χέρια της κοινωνίας, δηλαδή να ελέγχεται από ευρείες και εναλλασσόμενες επιστημονικές επιτροπές.

2) Η παρασκευή και η έρευνα γύρω από τις φαρμακευτικές ουσίες να πραγματοποιείται από δημόσιους οργανισμούς, επίσης συστηματικά ελεγχόμενους, και όχι από ιδιώτες με σαφή και προφανή στόχο το κέρδος και το «μαγείρεμα» των αποτελεσμάτων.

3) Η ενημέρωση των γιατρών για τα νέα σκευάσματα ή τις εξελίξεις σε σχέση με τα παλιά, να πραγματοποιείται από κρατικούς φορείς (υπό κοινωνικό έλεγχο), στα πλαίσια συνεχούς δωρεάν επιμόρφωσης.

Και γιατί αυτά είναι εφικτά μόνο σε μία σοσιαλιστική κοινωνία;

Ι. Οι δαπάνες για τα παραπάνω μπορούν να καλυφθούν μόνο από μια οικονομία σχεδιασμένη, η οποία να ζυγίζει τις λέξεις «κέρδος»-«κόστος» με γνώμονα τις ανάγκες της κοινωνίας και να επενδύει πάνω σε έναν εθνικό ενιαίο φορέα υγείας.

ΙΙ. Η χημική βιομηχανία (όπου ανήκει η φαρμακοβιομηχανία) είναι η δεύτερη πιο κερδοφόρος βιομηχανία μετά την εκμετάλλευση πετρελαίου. Δηλαδή είναι ΠΙΟ κερδοφόρος από τη βιομηχανία όπλων! Είναι ποτέ δυνατόν να παραδοθεί ο τρομερά κερδοφόρος αυτός κλάδος στα χέρια του κράτους και του κοινωνικού ελέγχου, μέσα στα πλαίσια του καπιταλισμού;


Μανούσου Σοφία

Αγροτικός γιατρός ΚΥ Μύτικα

Λούφα και παραλλαγή ΙΙΙ.

Αν διαβάσει κανείς λογοτεχνικά κείμενα που αναφέρονται σε εμπόλεμες περιόδους της Ελληνικής Ιστορίας (π.χ. “Αστροφεγγιά”) διαπιστώνει ότι τα γεγονότα που παρατηρούμε αυτές τις ημέρες στη χώρα μας δεν είναι τωρινά. Ποτέ δεν υπηρέτησαν οι γόνοι “καλών οικογενειών” στην πρώτη γραμμή, αλλά σε στρατολογικά γραφεία. Πάντοτε υπήρχε διασύνδεση των αξιωματικών με την πολιτική εξουσία, αφού η τύχη τους σε μεγάλο βαθμό καθοριζόταν από αυτούς. Πάντοτε υπήρχαν διευκολύνσεις εκατέρωθεν. Εξάλλου αρκετές καριέρες έχουν στηθεί με βάση αυτές τις διευκολύνσεις. Τα πράγματα βέβαια είναι απλά. Ο στρατός δεν είναι αξιόμαχος. Υποκρισία, κλεψιά, χαμηλό ηθικό, δημοσιο- υπαλληλική σχέση.

Προτείνω- αφελώς- μερικά απλά μέτρα για τη στράτευση

· Όσοι χαρακτηριστούν από το στρατό ως Ι5 (κοινώς ανίκανοι προς στράτευση) να μην μπορούν να διορισθούν σε θέσεις στις οποίες απαιτούνται δεξιότητες ασύμβατες με την αναπηρία τους

· Να αφαιρείται η άδεια σε γιατρούς που χορηγούν πλαστά πιστοποιητικά και να διώχνονται από το στράτευμα, όπως και όλοι όσοι αποδεδειγμένα συμμετείχαν στη διαδικασία.

· Οι μεταθέσεις των στρατιωτών να γίνονται με τυχαία κλήρωση.

· Όποιος δεν υπηρετεί σε παραμεθώριο περιοχή, να υπηρετεί επιπλέον θητεία

Κι αυτά να γίνουν μείνετε ήσυχοι. Ο πόλεμος είναι χαμένος αν γίνει αφού αποφασίζουν οι δορυφόροι και όποιοι τους ελέγχουν.

Κλείνω με πραγματικό περιστατικό. Φίλος, απευθύνεται για ευνοϊκή μετάθεση σε άτομο “κλειδί”.

- “Σε παρακαλώ” του λέει, “ξέρω ότι θα πάω ή Έβρο ή νησιά. Αν γίνεται να πάω σε νησί”.

- “Μην ανησυχείς, έχει ήδη τακτοποιηθεί, αρκεί να μη θέλεις κοντά στην Αθήνα” του απαντά το κλειδί.

Έρχεται η μετάθεσή του στον Έβρο. Πηγαίνει δεύτερη φορά στο γραφείο του.

-“Σε παρακαλώ, θα πάω στον Έβρο αλλά είμαι επίλεκτος έφεδρος. Παρότι θα πληρώνομαι δεν θέλω να υπηρετήσω παρατεταμένη θητεία”.

-“Μην ανησυχείς”, του απαντά το κλειδί “εδώ μας παρακαλάνε να πάνε έφεδροι. Εσύ που δεν θες. Θεώρησέ το τακτοποιημένο”.

Του έρχεται ο διορισμός ως έφεδρος. Πηγαίνει τρίτη φορά. Το “κλειδί” απορεί τι στράβωσε.

-“Σε παρακαλώ” του λέει ο φίλος, “μην ασχοληθείς ξανά μαζί μου”.

Τέλος μία καλή λύση είναι η στράτευση των μεταναστών, που μπορεί έτσι να τους δώσουμε μία ευκαιρία να αποδείξουν ότι έχουν εθνικό φρόνημα, κάτι που θα έβγαζε τα δικά μας παιδιά από τη δύσκολη θέση της θητείας ! Κι επειδή τα πράγματα δεν είναι πάντοτε αστεία, η μεγαλύτερη αδικία είναι για τα παιδιά εκείνα, που ακόμη κι εν καιρώ “ειρήνης”, όπως είμαστε τώρα, απώλεσαν τη σωματική τους ακεραιότητα ή και τη ζωή τους γιατί δεν είχαν το “βύσμα” ή διαφορετικά γιατί εμπιστεύτηκαν την πατρίδα και τους εκπροσώπους της. Για όλους εμάς τους υπόλοιπους έχουν μείνει απλώς γραφικές αναμνήσεις από ένα παράλογο θέατρο με πρωταγωνιστές ευθυνόφοβους γραφιάδες.

ΧΑΜΟΓΕΛΑ ΜΕ ΣΑΠΙΑ ΔΟΝΤΙΑ

Τόσα χρόνια ξέραμε ότι ο καλύτερος φίλος του ανθρώπου είναι ο σκύλος. Τελευταία το ρόλο αυτό φαίνεται ότι τον ζήλεψαν, και απ' ό,τι φαίνεται τον κατέκτησαν επάξια, οι τράπεζες, όπως πολύ εύστοχα έγραψε πρόσφατα και ο φίλος ΚΙΜΠΙ στον Κόσμο του Επενδυτή. Αλλά αναρωτιέμαι: είναι μόνο αυτοί οι «ανιδιοτελείς» φίλοι μας που συνεχώς σκέφτονται το μέλλον μας και τη ζωή μας, τα όνειρά μας και τις ανάγκες μας, που αγωνιούν νυχθημερόν για το καλό του τόπου, για την πρόοδο και την ευημερία του; Φυσικά και όχι. Εξάλλου δεν θα ήταν δυνατόν όλα τούτα να τα διαχειρίζονται τα ανώνυμα και απρόσωπα ιδρύματα όπως οι τράπεζες, όσο και αν παρουσιάζονται τόσο συγκαταβατικά και τόσο προνοητικά απέναντι στις υπαρκτές ή μη ανάγκες μας. Έτσι αυτόν το ρόλο καλούνται να τον παίξουν άνθρωποι, και ποιοι καταλληλότεροι από τους πολιτικούς ταγούς μας: βουλευτές, δήμαρχοι, νομαρχιακοί και δημοτικοί σύμβουλοι, πολιτευτές, όλοι όσοι διεκδίκησαν και διεκδικούν την ψήφο μας σε κάθε εκλογική αναμέτρηση για να μας εκπροσωπήσουν επάξια -κατ’ αυτούς- από τα και στα διάφορα πόστα. Έτσι, και στις γιορτινές μέρες των Χριστουγέννων αρκετοί, κυρίως από τα μεγάλα ονόματα της ντόπιας πολιτικής σκηνής, μας θυμήθηκαν και μας γέμισαν με εγκάρδιες ευχές μέσω SMS στα κινητά μας τηλέφωνα, θυμίζοντάς μας τη μόνιμη και διαρκή παρουσία τους στις ζωές μας. Εξάλλου, να μην ξεχνιόμαστε, διάγουμε απ' ό,τι φαίνεται και εκλογικό έτος.

Μπορεί ο κόσμος μας να χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία του μεταφυσικού, των θρησκειών, της συνωμοσίας και της αστρολογίας, των χαρτοριχτρών και των εξωγήινων, του Κοέλιο και του Κώδικα Ντα Βίντσι, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι με τις ευχές, τις κάρτες, τα χαμόγελα και τα φιλικά χτυπήματα στην πλάτη των πελατών ψηφοφόρων θα αντιμετωπιστούν τα μεγάλα και μικρά προβλήματα που ταλαιπωρούν την πλειονότητα του κόσμου.

Με αφορμή λοιπόν την ανάληψη των καθηκόντων τους στα πόστα εξουσίας του νομού και των δήμων, οι νέοι άρχοντες θα πρέπει να απαντήσουν σε μια σειρά από ζητήματα και προβλήματα που τα κληρονόμησαν από τους προκατόχους τους, κυρίως όμως είναι το αποτέλεσμα μιας συγκεκριμένης πολιτικής που ακολουθείται από τις κυβερνήσεις εδώ και χρόνια στον τόπο αυτό.

Παρ’ όλα αυτά, με τον ερχομό του νέου έτους ακούσαμε πάλι ότι ο νομός μας μπαίνει σε τροχιά ανάπτυξης. Κάτι με την αλλαγή σκυτάλης στη νομαρχία από τον διεκδικητικό και αυτοδιοικητικό -κατά δική του ομολογία τουλάχιστον- κ. Σώκο, κάτι με τις υπογραφές συμβάσεων από τον κ. Σουφλιά για την κατασκευή της Παραϊόνιας οδού, ε δεν θέλουν και πολύ να αρχίσουν τέτοιου είδους δηλώσεις καθώς και τα πρώτα χαμόγελα από τους πολιτικούς μας ταγούς ένθεν και ένθεν του δικομματισμού. Όμως, πόσες φορές δεν τα έχουμε ακούσει αυτά, και μάλιστα στο πρόσφατο παρελθόν. Να θυμηθούμε λίγο την κυβέρνηση των εκσυγχρονιστών με τα μεγάλα έργα (βλέπε γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου και υποθαλάσσια ζεύξη Ακτίου) που επαίρονταν ότι θα αλλάξουν το τοπίο στη περιοχή; Επίσης να θυμηθούμε τον πακτωλό χρημάτων που έπεσε από το δημόσιο κορβανά για το Πλατυγιάλι στον Αστακό, μάλλον προς προίκα των ιδιωτών επενδυτών καθώς το εγχείρημα δεν δικαίωσε ακόμη τη φιλοδοξία τους ότι θα αποτελούσε προανάκρουσμα ανάπτυξης. Τέλος τα χρήματα από τα διάφορα ΚΠΣ, οι αναπτυξιακοί νόμοι, τα επενδυτικά οράματα και τα μεγαλεπήβολα σχέδια των αναπτυξιακών εταιρειών των δήμων και του νομού δεν έφεραν τα πολυπόθητα οικονομικά και κατ’ επέκταση κοινωνικά -και όχι μόνο- αποτελέσματα για την εργαζόμενη -και όχι μόνο- πλειοψηφία.

Και ύστερα ήρθαν οι μεταρρυθμιστές. Νέες εξαγγελίες αυτήν τη φορά για την Παραϊόνια οδό μέσω των περίφημων ΣΔΙΤ. Μπορεί να μην αποκτήσουμε ποτέ προσιτά, ασφαλή και γρήγορα μέσα μαζικής μεταφοράς όπως είναι τα τρένα, αλλά απ' ό,τι φαίνεται, αν ζούμε και είμαστε καλά το σωτήριο έτος 2012, θα μπορούμε να απολαύσουμε επιτέλους κι εμείς και τα σύγχρονα και ταχύτητα αυτοκίνητά μας, οδήγηση γρήγορη και ασφαλή, όπως συμβαίνει και με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους. Βέβαια, θα πληρώνουμε παχυλά διόδια (η εμπειρία με τη γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου δεν αφήνει περιθώρια για αυταπάτες σε αυτόν τον τομέα), που θα καθιστούν ένα ταξίδι Αγρίνιο-Αθήνα ακριβότερο από ένα αεροπορικό ταξίδι Αθήνα-Λονδίνο. Αλλά τι σημασία έχουν όλα αυτά αφού πλέον θα μπορούμε να διακομίζουμε γρήγορα και άνετα τους ασθενείς μας στα νοσοκομεία των Πατρών και των Ιωαννίνων, μιας και εμείς αδυνατούμε να τους προσφέρουμε την απαιτούμενη περίθαλψη. Το νοσοκομείο της πόλης του Αγρινίου διεκδικεί επάξια το βραβείο για το σύγχρονο γεφύρι της Άρτας, μιας κι έχουν περάσει μόλις είκοσι και βάλε χρόνια από την πρώτη εξαγγελία του, τη στιγμή που και τα υπόλοιπα κομμάτια του παζλ της περίθαλψης του νομού είναι προβληματικά ή και ανύπαρκτα. Το ίδιο συμβαίνει και με τις υποδομές των σχολείων μας που δεν τιμούν κανέναν μας, πολύ δε περισσότερο όσους κόπτονται για την ίδρυση πανεπιστημίου στο νομό. Τέλος, η περιβαλλοντική υποβάθμιση των ποταμών, των λιμνών και των ακτών μας συνθέτει ένα ζοφερό σκηνικό που δεν αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας για τη νέα χρονιά. Φαίνεται ότι όλα τα παραπάνω δεν χωράνε στο αναπτυξιακό τους όραμα, ή καλύτερα χωράνε μόνο όσα μπορούν να αποφέρουν κέρδη στους ιδιώτες. Γι’ αυτόν το λόγο καθετί δημόσιο είναι υπό διωγμό, καθετί που αφορά την κοινωνία και δεν είναι ανταποδοτικό θεωρείται οπισθοδρομικό και αντιαναπτυξιακό.

Αν θέλουμε να αντικρίσουμε με αισιοδοξία το νέο έτος, μάλλον θα πρέπει να βάλουμε πλάτη σε κάθε είδους διεκδίκηση που αναφέρεται σε τοπικό και όχι μόνο επίπεδο για θέματα που αφορούν τη ζωή μας αλλά και το μέλλον του τόπου τούτου, αν φυσικά δεν μας αρκεί άλλο πια να μας «χαμογελά κάθε χρόνο τέτοιες μέρες το μέλλον με σάπια δόντια.»