12 Μαΐου 2007

ΜΥΘΟΜΑΧΙΕΣ


από τον Ερανιστή

Αυτό που τελικά απέμεινε από όλη την απεραντολογία για το επίμαχο διδακτικό εγχειρίδιο της Ιστορίας ήταν η άρρητη διαπίστωση ότι οι μύθοι με τους οποίους παιδιόθεν ανατραφήκαμε χρειάζονται στη σημερινή εποχή, ακόμα κι αν κάπου μέσα μας ψιλοκαταλαβαίνουμε και σιωπηλώς αποδεχόμαστε ότι μάλλον δεν έγιναν έτσι ακριβώς τα πράγματα. Ποιοι μύθοι;

Μύθος πρώτος: η αντιστασιακή συγκρότηση του Νεώτερου (sic: έχουμε διγλωσσία, πρέπει ν’ αποκτήσουμε και τριγλωσσία;) Ελληνισμού.

Ο μύθος δηλοί ότι μετά το 1204 καταβλήθηκε ένας διαρκής και εξοντωτικός αγώνας για την απόκρουση της φραγκικής και –κυρίως– βενετικής επικυριαρχίας, αγώνας που δόθηκε από τα νεοσύστατα ελληνικά μορφώματα της Νίκαιας και της Ηπείρου, με τρόπο τέτοιο ώστε να επιταχυνθεί η αποκρυστάλλωση της εθνικής συγκρότησης. Τρίχες κατσαρές. Δεσπότες της Ηπείρου και αυτοκράτορες της Νίκαιας αποδόθηκαν σε έναν ανελέητο αγώνα με μοναδικό στόχο την Κωνσταντινούπολη και την απόδειξη της οικουμενικότητας που παρείχε. Κορύφωση της σύγκρουσης το 1259, η μάχη της Πελαγονίας, όπου οι Κουμάνοι και Πατζινάκες μισθοφόροι του σφετεριστή Παλαιολόγου συνέτριψαν τη συμμαχία Σέρβων, Σικελών Ανδεγαυών και Βιλλεαρδουίνων του Μοριά που πολέμησαν πλάι στον Δεσπότη της Ηπείρου.

Μύθος δεύτερος: η αντιστασιακή συνέχεια του Ελληνισμού στην προσπάθεια απόκρουσης του Οθωμανικού κινδύνου. Μπορεί οι Σέρβοι, οι Τρανσυλβανοί ή οι Ούγγροι να έχουν να περηφανεύονται για, ανεπιτυχείς έστω, προσπάθειες απόκρουσης της Οθωμανικής πλημμυρίδας, στα καθ΄ ημάς όμως και καθ΄ όλον τον αρχόμενο 14ο αι κανείς δεν ασχολείται με δαύτους. Δυναστικές (Ιωάννης Καντακουζηνός), κοινωνικές (ζηλωτές της Θεσσαλονίκης), θεολογικές και πολιτισμικές (ησυχαστές κ.λ.π.) οξύτατες έριδες αποτελειώνουν τις αντοχές των βαριά φορολογούμενων και λεηλατούμενων αγροτών της Θράκης και της Μακεδονίας. Έτσι, ο υποτελής Μανουήλ συνοδεύει τον Σουλτάνο στην κατάκτηση της τελευταίας βυζαντινής πόλης στη Μ. Ασία, οι Θεσσαλονικείς αναθέτουν - ανεπιτυχώς - στους Βενετούς την άμυνα της πόλης τους, οι Γιαννιώτες, μετά το πάθημα των πρώτων, παραδίδονται ήσυχα – ήσυχα στους Τούρκους εξασφαλίζοντας εκτεταμένα προνόμια και απομένει ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, αρχικά ως Δεσπότης του Μοριά και στη συνέχεια ως αυτοκράτορας να δώσει την τελευταία, ηρωική αλλά καταδικασμένη μάχη, έχοντας κοντά του πέντε – έξι χιλιάδες άντρες και τον γενναίο λατίνο Ιουστινιάνη, φτωχό αντίκρισμα της φιλενωτικής πολιτικής του.

Μύθος τρίτος και ιδρυτικός. Το αξίωμα της εθνικής συνέχειας αναγνωρίζει μια πρόσκαιρη υποστολή, που διακόπτεται όμως από ένα δυσθεώρητο αριθμό εξεγέρσεων. Είδα σε σοβαρό υποτίθεται περιοδικό το κίνημα του Διονυσίου Σκυλόσοφου απόδειξη του ακοίμητου και αλύγιστου εθνικού φρονήματος, λες και μια χιλιάδα ξωμάχοι με δικράνια και μπαλτάδες εναντίον των Ιωαννίνων ήταν το καλύτερο που μπορούσε να παρατάξει το σκλαβωμένο έθνος. Ό,τι και να συνέβη όμως στην Τουρκοκρατία, το φινάλε είναι εντυπωσιακό. Η Επανάσταση του ΄21 συνέγειρε όλο το σκλαβωμένο έθνος σε έναν ανυπέρβλητο αγώνα, για τον οποίο είμαστε όλοι πεπεισμένοι ότι τέλειωσε νικηφόρα και οδήγησε στη συγκρότηση του εθνικού κράτους.

Η ιστορική όμως πραγματικότητα είναι –φευ– κατά τι διαφορετική από την επίσημη εκδοχή που αναπαράγεται πομπωδώς στους πανηγυρικούς των εθνικών επετείων. Πλάι στον πραγματικά ασύλληπτο πλην ατελέσφορο ηρωισμό, της Εξόδου αίφνης, συναντάμε έναν αιματηρό εμφύλιο με διαρκώς αναδιατασσόμενα στρατόπεδα, έναν ανελέητο αγώνα για εξουσία που απομυθοποιεί πολλά δοξασμένα πρόσωπα, μιαν αδιάκοπη λεηλασία των ισχνών εσόδων και των παχυλών εξωτερικών δανείων για σκοπούς προσωπικούς και κομματικούς, μιαν οπερετική ηγεσία που γελοιοποιείται συνεχώς κατά τις όποιες στρατιωτικές προσπάθειες επιχειρούσε στα διαλείμματα των εσωτερικών ανταγωνισμών. Όλη η μετέπειτα πολιτική πορεία του ελληνικού κράτους προεξαγγέλλεται θαρρείς στα χρόνια του Αγώνα. Τα αποτελέσματα;

Μια άκρως διαφωτιστική «ιδεολογική απογραφή της εθνικής μας μυθολογίας - Καθημερινή 25/3/07» ανέδειξε ότι το 75% των συνελλήνων θεωρεί πως με τις δικές μας δυνάμεις απελευθερωθήκαμε, ενώ μόλις το 22% πιστεύει ότι χωρίς τη βοήθεια των ξένων Δυνάμεων η Επανάσταση μάλλον ή σίγουρα θα είχε χάσει.

Στην πραγματικότητα, οι ναυτικές μοίρες των «Προστατίδων» Δυνάμεων ίσα και πρόλαβαν τον τουρκοαιγυπτιακό στόλο από την επιχείρηση καταστολής της μοναδικής ελληνικής περιοχής που δεν ήταν υπό την πλήρη κατοχή του Κιουταχή και του Ιμπραήμ στα τέλη του 1827. Ειδάλλως, η Ύδρα και ο Πόρος –καταφύγιο της έντρομης κυβέρνησης– θα είχαν τη μοίρα της Κάσου και των Ψαρών και η εξέγερση τη τύχη των Ορλωφικών. Η Ανεξαρτησία βέβαια δε θα έρθει ως συνέπεια της Ναυμαχίας του Ναυαρίνου. Χρειάστηκε ένας ακόμα ρωσοτουρκικός πόλεμος, ο Δείβιτς να φτάσει τους Τούρκους καροτσάκι μέχρι την Αδριανούπολη για να δεχτεί ο Μαχμούτ Β΄ να υπογράψει ό,τι του έδιναν, ακόμα και την ίδρυση αυτόνομου ελληνικού κράτους. Τι πικρό παιχνίδι της ιστορίας! Ο μύθος του ξανθού γένους που θα απελευθέρωνε την Ελλάδα βγήκε αληθινός, κι ας μη βαφτίσαμε ούτε στενάκι πέριξ της πλατείας Ομονοίας με το όνομα του ρώσου αρχιστράτηγου.

Μύθος τέταρτος και διαρκής, κατεγοήτευσε δε και καταγοητεύει σύμπασα και την Αριστερά: ο μύθος της διαρκούς αντίστασης στα κελεύσματα των Μεγάλων Δυνάμεων. Έχω κουράσει ήδη τον φιλομαθή αναγνώστη με την αδιάκοπη παραβολή ιστορικών γεγονότων, γι’ αυτό και επισπεύδω: η μοναδική χρονική στιγμή κατά την οποία η Ελλάδα δεν εκτέλεσε πειθήνια τις εντολές των Αγγλογάλλων ή των Αμερικανών ήταν η περίοδος 1915-1917, όταν ο Κωνσταντίνος εκτελούσε τις εντολές των Γερμανών, με τα γνωστά αποτελέσματα.

Και μη νομίσει κανείς ότι όλα τούτα είναι αποκυήματα μιας αμερικανόπνευστης αναθεώρησης της ιστορίας και αποδόμησης (sic) του έθνους μας, που εξυφάνθη στα υπόγεια του Λάνγκλεϋ – λες και οι Αμερικάνοι είχαν ποτέ αμφιβολίες για το αν είμαστε ή όχι δεδομένοι γι΄ αυτούς. Όλα τούτα υπάρχουν στα –τρέχοντα όχι στα αναθεωρημένα– βιβλία της ιστορίας και δη τα σχολικά. Για όποιον έχει την όρεξη να τα ανοίξει και να τα διαβάσει.

Μην αναρωτηθείτε προς τι όλη αυτή η μυθολογία. Κάθε μορφής κρατική συγκρότηση απαιτεί έναν ιδρυτικό μύθο. Οι Αιγύπτιοι τον Φαραώ τους, οι Αθηναίοι την αυτοχθονία τους, οι Σπαρτιάτες τον Ηρακλή, η Ρώμη τη λύκαινα και τους γιους της ή τον Αινεία, το Βυζάντιο την οικουμενικότητα, ο βασιλιάς Ήλιος την ελέω Θεού μοναρχία, η Αμερική την προάσπιση της ελευθερίας και της δημοκρατίας σ’ όλον τον πλανήτη κ.ο.κ. Η αρχαιολατρία και η αρχαιοπάθεια, το κλέος των προγόνων και η εθνική συνέχεια ανάμικτα με τη Μεγάλη Ιδέα, ο από Βορρά κίνδυνος και η προδοσία των εαμοκομμουνιστών, όλα τούτα δεν συνέθεσαν μια περιθωριακή φαντασίωση αλλά αποτέλεσαν την κυρίαρχη κρατική ιδεολογία καθ΄ όλον τον 20ό αι. Κρατική ιδεολογία που υπαγόρευσε μια συγκεκριμένη πολιτική πρακτική αποκλεισμών, εξοριών, διώξεων, προπαγάνδας και λογοκρισίας, εκδίωξης και φυλάκισης. Αν σε άλλες χώρες οι κοινωνικές συγκρούσεις διευκόλυναν τη σκλήρυνση των κρατικών μηχανισμών ή τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, στην Ελλάδα, με εξαίρεση τη δεκαετία του ΄30 όπου παρατηρούνται οξείες κοινωνικές αντιπαραθέσεις, ο κρατικός ολοκληρωτισμός θεμελιώθηκε, εδραιώθηκε και νομιμοποιήθηκε με εθνοπατριωτικά μυθεύματα και εθνοσωτήριες ιδεοληψίες, που αγεληδόν οι περισσότεροι ακολουθούσαν – εκτός βέβαια από εκείνους που έκαναν διακοπές στα ξερονήσια.

Ένα τέτοιο εν αφθονία όμως αντιστασιακό πνεύμα ασφαλώς και δεν μπορούσε να πάει χαμένο. Ως γνωστόν, η αντίσταση τόσο στη δικτατορία του Μεταξά όσο και σε αυτήν των Απριλιανών ήταν παλλαϊκή. Τόσο παλλαϊκή ώστε σήμερα το 50,9% να πιστεύει ότι οι συνταγματάρχες «προσέφεραν και οφέλη στον τόπο», σύμφωνα με μια άλλη αποκαλυπτική ακτινογραφία της πολιτικής και ιστορικής μας αυτοσυνειδησίας, που δημοσιεύτηκε στο Βήμα με αφορμή την τεσσαρακοστή επέτειο της χούντας.

Γιατί απορείτε; Όταν ανελλιπώς υποδαυλίζεις εθνικούς μύθους εισπράττεις τέτοιου είδους απαντήσεις, απολύτως δηλωτικές του συλλογικού υποσυνείδητου που μας χαρακτηρίζει. Το εισπράττεις από τους κατοίκους του αρβανίτικου χωριού της Αχαΐας που δε θέλουν τον Αλβανό σημαιοφόρο, από τους κατοίκους του –προσφυγικού– Ευόσμου που λιθοβόλησαν το κέντρο απεξάρτησης, από όλα τα προσφυγικά χωριά που τη βρισιά τουρκόσποροι την ξεπληρώνουν σήμερα με ανώτατα όρια στο μεροκάματο των μεταναστών. Το εισπράττεις από τους ποδοσφαιρικούς αγώνες που προοιωνίζονται εθνικούς θριάμβους και καταλήγουν εθνικοί τραγέλαφοι. Το εισπράττεις σε μια διαρκώς διευρυνόμενη επανανομιμοποίηση εκκλησιαστικών ακροβατισμών και ακροδεξιών αναφορών στο τρισχιλιετές έθνος. Το διακρίνεις στην απροκάλυπτη υμνολογία στα υπολείμματα της ΕΟΚΑ Β΄ που διαχειρίζονται τις τύχες της Κύπρου, στο πολιτικό σιγοντάρισμα του Παπαθεμελή, στο χλευασμό της Γκιουλ Καραχασάν, τάχα επειδή ήταν επιλογή του Γιωργάκη.

Το φοβάσαι επίσης στον υποδόριο θαυμασμό ενίων αριστερών στον καθαρό λόγο περί πατρίδος του ημιφασιστοειδούς Σαρκοζί –που έκανε πολιτική καριέρα πατώντας στο λαιμό τους νέους με καταγωγή από το Μαγκρέμπ και σαλπίζει προσκλητήριο για το έθνος, την εξουσία (!) και την οριστική αποκήρυξη του Μάη του ΄68.

Μύθοι, ψέματα και ασθενής μνήμη.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

τι βλακια