14 Δεκεμβρίου 2006

ΟΙ ΟΨΕΙΣ ΤΗΣ ΒΙΑΣ

Τα τηλεοπτικά λεφούσια αυτήν τη φορά στρατοπέδευσαν στη δική μας πόλη. Μετά τη Βέροια και την Αμάρυνθο, ο τηλεοπτικός συναγερμός χτύπησε στο Αγρίνιο έπειτα από το τραγικό συμβάν της δολοφονίας των πέντε κυνηγών. Ζήσαμε επιτέλους κι εμείς στο πετσί μας αυτό που τόσα χρόνια ακούμε και διαβάζουμε περί τηλεοπτικής «δημοκρατίας». Για την ακρίβεια, περί τηλεοπτικής κτηνωδίας πρόκειται. Έτσι το «γλυκό» της βίας και της βαρβαρότητας του περιστατικού ήρθε κι έδεσε με την παρουσία όλου αυτού του συρφετού: από τους σταρ της τηλεόρασης, όπως ο συντοπίτης μας και ιπτάμενος ματάκιας πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ, μέχρι τους εισαγγελάτους και τους τραγκαουνάκηδες, όλους εκείνους δηλαδή που οι πολιτικοί ταγοί μας -και όχι μόνο- είτε ξημεροβραδιάζονται στις εκπομπές τους είτε θα ήθελαν πολύ να το κάνουν για να λουστούν στα φώτα της δημοσιότητας είτε τέλος με την πρώτη ευκαιρία θα τους καλέσουν ως κράχτες για τις πολιτικές και κοινωνικές εκδηλώσεις τους (υπενθυμίζουμε πως ο κ. Κουίκ, .λίγες μόνο μέρες μετά τα γεγονότα, ήταν συντονιστής σε εκδήλωση για τα άτομα με αναπηρία, οπότε και τιμήθηκε από όλο τον «καλό» κόσμο της πόλης μας). Είναι χαρακτηριστική η αηδία που εξέφρασε ο αστυνομικός συντάκτης της εφημερίδας Ελευθεροτυπία στην πρωινή εκπομπή της ΝΕΤ για τη συνολική αντιμετώπιση του συμβάντος από το σινάφι του.

Αυτή όμως είναι η μία όψη του νομίσματος. Υπάρχει και το ίδιο το τραγικό συμβάν που έχει πλέον καταγραφεί στο μυαλό όλων μας και, παρότι μούδιασε τους περισσότερους από εμάς, αποτελεί δυστυχώς την άλλη όψη του κόσμου μας. Και μιλάμε για τις κλειστές επαρχιακές κοινωνίες, που φυσικά υπάρχουν όχι μόνο στην περιοχή μας άλλα σε όλη την Ελλάδα. Οι κοινωνίες αυτές αντιμετωπίζουν τα όποια προβλήματά τους με έναν δικό τους κώδικα τιμής και με κανόνες που ανάγονται στο παρελθόν και περικλείουν ουκ ολίγη βία και βαρβαρότητα, βάζουν δε το εθιμικό τους δίκαιο πάνω απ' όλα και απ' όλους.

Η αγνή επαρχία μάλλον υπάρχει μόνο στους τουριστικούς οδηγούς και σε διαφημιστικά σποτ, κι αυτό γιατί στην πραγματικότητα η ύπαιθρος ουδέποτε ήταν αγνή. Πάντα από ένα πέπλο συντηρητισμού και σκοταδισμού καλυπτόταν. Ο δάσκαλος, ο παπάς και ο χωροφύλακας, η τριπλέτα του κράτους, ήταν αυτοί που έδιναν το βηματισμό στις τοπικές κοινωνίες, και συνήθως δεν ήταν και ό,τι καλύτερο για αυτές. Πόσο μάλλον που στις μέρες μας, η επαρχία, και κυρίως η περιοχή μας, βρίσκεται στο στόχαστρο της ΕΕ αλλά και των κυβερνήσεων και τελεί υπό οικονομικό διωγμό. Από φέτος, χιλιάδες καλλιεργητές σταμάτησαν να καλλιεργούν καπνά, το κύριο αγροτικό προϊόν της περιοχής, και περιμένουν καρτερικά το οικονομικό τέλος τους. Η εσωτερική μετανάστευση έχει αρχίσει προ πολλού, κλείνοντας τα ήδη υποβαθμισμένα -από πολιτικές επιλογές- σχολειά στα χωριά, αφυδατώνοντας από την έλλειψη παιδιών τη ζωή σε αυτές τις περιοχές. Την ίδια στιγμή δημιουργούνται πόλεις-τέρατα που χάνουν το τοπικό τους χρώμα και μετατρέπονται σε μικρές Αθήνες. Έτσι πίσω μένουν άνθρωποι που έχουν δεχτεί στωικά την προσωπική τους ήττα και προσπαθούν να γεμίσουν την άδεια ζωή τους με το δηλητήριο του φόβου, της βίας και του ρατσισμού που ξεχειλίζει καθημερινά από τους τηλεοπτικούς δέκτες. Η πραγματικότητα αυτή, σε συνδυασμό με την παρουσία όπλων -το θέαμα των περιφερόμενων κουμπουροφόρων με τα μηχανάκια είναι χαρακτηριστικό στην περιοχή μας- δημιουργεί ένα εκρηκτικό μίγμα το οποίο συχνά πυκνά δημιουργεί ουκ ολίγα προβλήματα, μικρότερα, μεγαλύτερα ή και τραγικά.

Η πίσω αυλή μας τελικά δεν είναι στρωμένη με ρόδα και άλλα καλλωπιστικά φυτά, αλλά αντίθετα είναι γεμάτη αγκάθια και ζιζάνια, που για να τα ξεριζώσουμε θα χρειαστούν πολλά πράγματα και πολύς κόπος. Προϋπόθεση όμως γι' αυτό θα πρέπει να είναι η επαναφορά της συλλογικότητας, της συμμετοχής, της αλληλεγγύης, με άλλα λόγια της πολιτικής με την αρχαιοελληνική σημασία της λέξης, σε όλο τον κοινωνικό βίο μας.

Στέλιος Μερμίγκης

Δεν υπάρχουν σχόλια: